ISSN:1792-2674
Peter Jarvis «Εκπαίδευση για κοινοτική δράση και η ανάπτυξη»
Ο γνωστότερος ίσως υποστηρικτής της θέσης αυτής είναι ο Paulo Freire, ο οποίος πιστεύει ότι η εκπαίδευση δεν μπορεί ποτέ να είναι ουδέτερη. Διαμόρφωσε τις ιδέες του στην Λατινική Αμερική, σε ένα περιβάλλον αναλαφαβητισμού και φτώχειας, και η σκέψη του αποκαλύπτει τη σύνθεση χριστιανικής θεολογίας, υπαρξισμού και μαρξισμού που κατέχει κυρίαρχη θέση σε ορισμένες ομάδες διανοούμενων στη λατινική Αμερική τις τελευταίες δυο ή τρεις δεκαετίες. Παρόλο που οι ιδέες του αναπτύχθηκαν σε πλαίσιο Τρίτου Κόσμου, συνδέονται με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Αμερική, όπως δείχνει ο London(1973). Μεγάλο μέρος του έργου του Freire έχει γραφεί στα πορτογαλικά, εντούτοις διατίθεται ευρέως στην αγγλική γλώσσα. Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο ότι η εκπαίδευση πρέπει να ωθήσει κριτικά τους εκπαιδευόμενους να συνειδητοποιήσουν την ψευδή συνείδηση και την κοινωνική τους κατάσταση. Στην πορεία της συνειδητοποίησης πρέπει να απορρίψουν πολλούς από τους μύθους που έχει δημιουργήσει η άρχουσα τάξη, οι οποίοι τους εμποδίζουν (τους εκπαιδευόμενους) από το να έχουν σαφή αντίληψη της δικής τους κοινωνικής πραγματικότητας. Έχοντας υποστεί μία διαδικασία απομυθοποίησης οι εκπαιδευόμενοι θα πρέπει να δράσουν στον κόσμο, έτσι ώστε να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν μία καλύτερη κοινωνία. Είναι ξεκάθαρο ότι η ριζοσπαστική αλλά ηθική προσέγγιση του Freire θα δεχτεί κριτική από πολλούς, ιδιαίτερα μάλιστα από εκείνους που για διάφορους λόγους επιθυμούν να βλέπουν την εκπαίδευση μία ουδέτερη διαδικασία.
Ο Freire δεν είναι ο μόνος σε αυτήν την αντίληψη περί εκπαίδευσης, αν και λίγοι συγγραφείς εκτός αυτόν την έχουν διατυπώσει με τόσο επεξεργασμένο τρόπο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ανάμεσα σε εκείνους των οποίων η προσέγγιση είναι παρόμοια με του Freire συγκαταλέγεται ο Lovett (1975, 1978, 1980 κλπ), ο οποίος έχει εργαστεί τόσο σε υποβαθμισμένες περιοχές του Liverpool όσο και του Belfast της Βόρειας Ιρλανδίας. Ο Lovett υποστηρίζει ότι μερικοί εκπαιδευτές ενηλίκων βλέπουν «το ρόλο της εκπαίδευσης ενηλίκων στην κοινοτική δράση […] ως […] προσφορά προς την εργατική τάξη μιας αποτελεσματικής εκπαιδευτικής υπηρεσίας προκειμένου να αξιοποιήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα ταλέντα τους και τις ικανότητές τους» (1975:155 η έμφαση στο πρωτότυπο). Κατά τη διάρκεια της δουλειάς του στη Βόρεια Ιρλανδία ο Lovett (Lovett κ.ά, 1983) συνέχισε να επεξεργάζεται αυτές τις ιδέες και στη συνέχεια παρουσίασε ένα μοντέλο με διαφορετικά είδη κοινοτικής εκπαίδευσης. Πιο πρόσφατα Οι Kirkwood και Kirkwood (1989) προσπάθησαν να εφαρμόσουν τις ιδέες του Freire σε ένα έργο κοινοτικής εκπαίδευσης στις υποβαθμισμένες περιοχές του Εδιμβούργου. Καταγράφουν πώς προσάρμοσαν τις εκπαιδευτικές τεχνικές του στο δικό τους πλαίσιο, αν και το έργο είναι σαφώς λιγότερο ριζοσπαστικό ραπ’ ό,τι μερικές από τις ιδέες του Freire.
Στην Αμερική το γνωστότερο ίσως ίδρυμα που διοργανώνει εκπαίδευση ενηλίκων τέτοιου είδους είναι το Highlander. To Highlander ιδρύθηκε από τν Myles Horton στο Tennessee και εργάστηκε με σωματεία εργαζομένων και συλλόγων πολιτών. Διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στο κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων στις ΗΠΑ και το έργο του τεκμηριώνεται όλο και περισσότερο (Horton, 1990).
Ωστόσο πρέπει άραγε οι εκπαιδευτές ενηλίκων να εμπλέκονται σε δράση στο πλαίσιο της κοινότητας; Ο Newman υποστηρίζει ότι υπάρχουν συνθηκες κάτω από τις οποίες ο εκπαιδευτής ενηλίκων «δεν πρέπει να να προσπαθεί να απέχει από την ανάμειξη σε κοινοτική δράση» (1973: 26), αλλά, στον αντίποδα, άλλοι εκπαιδευτές ενηλίκων θεωρούν ότι, ενώ πρέπει να είναι έτοιμοι να διδάσκουν στους ακτιβιστές τι να κάνουν, δεν πρέπει οι ίδιοι να συμμετέχουν στη δράση (Flude 1978: 163). Η θέση του Flude δείχνει ότι κάποιος που υθιοθετεί μια πιο ριζοσπαστική θέση στο διάλογο περί συνεχιζόμενης εκπαίδευσης/επαναλαμβανόμενης εκπαίδευσης μπορεί να είναι κάπως λιγότερο ριζοσπαστικός στη συζήτηση περί κοινοτικής δράσης/κοινοτικής ανάπτυξης. Είναι σαφές ότι υπάρχουν θεμιτές διαφορές προσέγγισης σε αυτό το ζήτημα και θα ήταν μάλλον ανόητο να προσπαθήσουμε να εξαγάγουμε συμπεράσματα σχετικά με το βαθμό στον οποίο οι εκπαιδευτές ενηλίκων πρέπει να αναμιγνύονται στην κοινοτική δράση ως μέρος της διδασκαλίας τους.
Παράλληλα είναι προφανές ότι η εκπαίδευση αποτελεί ουσιαστικό εργαλείο στη διεργασία ανάπτυξης της κοινότητας. Οι Fordham (κ.ά (1979) τεκμηριώνουν μία εργασία που ανέλαβε το Πανεπιστήμιο του Southhampton, στο πλαίσιο της οποίας προσπάθησαν να δημιουργήσουν και να ενισχύσουν την παροχή εκπαίδευσης ενηλίκων σε άτυπο εκπαιδευτικό περιβάλλον, σε ένα συγκρότημα εργατικών κατοικιών στο Havant. Εδώ οι εκπαιδευτές επιδίωκαν να αναπτύξουν εκπαίδευση ενηλίκων προς χάριν ολόκληρης της περιοχής και όχι ως απάντηση στις απαιτήσεις των εν δυνάμει εκπαιδευομένων. Σε αυτό το παράδειγμα ο εκπαιδευτής αναλαμβάνει πρωτοβουλία αντί απλώς να εκδίδει ένα φυλλάδιο και να περιμένει εγγραφές. Θα μπορούσαμε να καταγράψουμε πολλά έργα κοινοτικής ανάπτυξης όπου η εκπαίδευση ενηλίκων έχει παίξει σημαντικό ρόλο, αλλά μάλλον είναι καλύτερα να σημειώσουμε ότι το περιοδικό του Διεθνούς Συμβουλίου Εκπαίδευσης Ενηλίκων (International Council of Adult Education) με τον τίτλο Convergence συνήθως δημοσιεύει αναφορές πολλών τέτοιων προσπαθειών σε αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ το International Journal of Life Long Education έχει επίσης δημοσιεύσει παρόμοιες μελέτες (Peter Jarvis, Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση και Κατάρτιση, Aθήνα, Μεταίχμιο, 2003, σ. 69-71).