«Σχεδιασμός και υλοποίηση εκπαιδευτικού προγράμματος. Ένας βοηθητικός οδηγός του αρχάριου εκπαιδευτή πληροφορικής.»

ISSN:1792-2674

Γιώργος Φουστανάκης, Med

Καθηγητής Πληροφορικής, Δ/ντης 10ου Γ/σιου Ηρακλείου

Περίληψη

Είναι κοινός τόπος ότι ο σχεδιασμός ενός εκπαιδευτικού προγράμματος που απευθύνεται σε ενήλικες καταρτιζόμενους είναι αναγκαίο να εξυπηρετεί τις εκπαιδευτικές ανάγκες τους ώστε να είναι ικανοί να αναβαθμίσουν τις επαγγελματικές τους δεξιότητες ή να επικαιροποιήσουν τις γνώσεις και δεξιότητες τους για να για να ανελιχθούν επαγγελματικά ή να αποκτήσουν μια θέση εργασίας. Παρουσιάζουμε στην συνέχεια έναν πρακτικό οδηγό σχεδιασμού και υλοποίησης ενός προγράμματος που αφορά στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών (Τ.Π.Ε) διάρκειας πενήντα (50) ωρών και απευθύνεται σε αρχάριους, Ο σχεδιασμός περιορίζεται σε θέματα εκπαιδευτικής διάστασης προτείνοντας τις εκπαιδευτικές τεχνικές που θεωρούνται καταλληλότερες για την επίτευξη των στόχων εναρκτήριας συνάντησης του προγράμματος, την διατύπωση των διδακτικών στόχων μιας διδακτικής ενότητας τουλάχιστον δέκα (10) ωρών, μια πρόταση όσο αφορά την επιλογή των συμμετοχικών εκπαιδευτικών τεχνικών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν τεκμηριώνοντας σε κάθε περίπτωση την επιλογή με βάση τις έρευνες που έχουν γίνει στον τομέα της εκπαίδευσης ενηλίκων. Το σχέδιο δράσης μπορεί να αποτελέσει ένα βοηθητικό εργαλείο για τον εκπαιδευτή ενηλίκων που θέλει και οφείλει να τηρεί τις βασικές αρχές της εκπαίδευσης ενηλίκων κατά την διδακτική του πρακτική προκειμένου να είναι περισσότερο ωφέλιμη η διδακτική πράξη. Οι πρακτικές που προτείνονται δύναται να χρησιμοποιηθούν κατ’ επέκταση σε ποικίλες διδακτικές προσεγγίσεις της εκπαίδευσης ενηλίκων.

Λέξεις Κλειδιά: Ενήλικοι εκπαιδευόμενοι, Εναρκτήρια συνάντηση, Συμμετοχικές, Εκπαιδευτικές τεχνικές, Σχεδιασμός διδακτικής ενότητας.

Abstract

It is commonplace that the design of an educational program aimed at adult learners is necessary to serve their educational needs in order to be able to upgrade their professional skills or update their knowledge and skills focused to climb the career ladder or acquire a a better job. Then present a practical guide planning and implementation of a program relating to information and communication technologies (ICT) lasting fifty (50) hours and is aimed at beginners. The design is limited to educational matters dimension proposing educational techniques that are considered appropriate to achieve the inaugural meeting program objectives, the formulation of teaching objectives of a lesson at least ten (10) hours, a proposal regarding the selection of participation educational techniques that can be used in each case documenting the selection based on research done in the field of adult education. The action plan can be a helpful tool for the adult educator who wants and needs to uphold the basic principles of adult education during the teaching practice in order to be more beneficial to classroom practice. The practices proposed may be used therefore in a variety of teaching approaches adult education.

Keywords: Adult learners, Inaugural meeting, Holding Educational techniques, lesson planning.

Το πρόγραμμα
1.1 Τίτλος Προγράμματος : Απόκτηση Βασικών Δεξιοτήτων στις Νέες Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε)

1.2 Σκοπός

Σκοπός του προγράμματος είναι η εισαγωγή των εκπαιδευομένων στις βασικές αρχές λειτουργίας και χρήσης του υπολογιστή και του διαδικτύου καθώς και της καταπολέμησης του «ηλεκτρονικού αναλφαβητισμού».

1.3 Ομάδα Στόχος

Το έργο απευθύνεται σε ενήλικες άνω των 18 ετών οι οποίοι είναι αρχάριοι στους τομείς της πληροφορικής, και επιθυμούν να αποκτήσουν βασικές γνώσεις και δεξιότητες στον τομέα αυτό. Σε κάθε τμήμα μπορούν να συμμετέχουν δώδεκα άτομα, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η πρακτική εξάσκηση των εκπαιδευομένων σε ατομικό υπολογιστή και, κατά συνέπεια, η πλήρης εξάσκηση και εμπέδωση των θεμάτων του εκπαιδευτικού προγράμματος.

1.4 Φορέας Υλοποίησης

Το Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα «Απόκτηση Βασικών Δεξιοτήτων στις Νέες Τεχνολογίες» εντάσσεται στο πλαίσιο της δια βίου μάθησης ενηλίκων. Έχει σχεδιαστεί και εποπτεύεται από την Γενική Γραμματεία Δια Βίου Μάθησης (Γ.Γ.Δ.Β.Μ.), υλοποιείται από το Ινστιτούτο Διαρκούς Εκπαίδευσης Ενηλίκων (Ι.Δ.ΕΚ.Ε.) της (Γ.Γ.Δ.Β.Μ.) και συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (75%) και από το Ελληνικό Δημόσιο (25%). Τα πιστοποιημένα για τις Τ.Π.Ε Κέντρα δια βίου μάθησης (ΚΔΒΜ) δύναται να υλοποιήσουν τις δράσεις του εκπαιδευτικού προγράμματος αρκεί να διαθέτουν τον κατάλληλο εργαστηριακό εξοπλισμό όπως ορίζεται από την προκήρυξη του προγράμματος.

1.5 Πληροφορίες για το πρόγραμμα

Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα θα έχει διάρκεια 50 ώρες. Η εβδομαδιαία διάρκεια θα είναι 5 ώρες συνολικά (δύο φορές εβδομαδιαίως με 2 ½ ώρες κάθε φορά με διάλειμμα 20’) για χρονικό διάστημα 10 εβδομάδων και σε απογευματινές ώρες. Με την ολοκλήρωση, όσοι επιτυγχάνουν στις τελικές εξετάσεις πιστοποίησης, λαμβάνουν αναγνωρισμένο πιστοποιητικό επιμόρφωσης. Οι ενότητες που πραγματεύεται το πρόγραμμα αναφέρονται στον παρακάτω πίνακα:

Α/ΑΘΕΜΑΤΑΥΠΟΕΝΟΤΗΤΕΣΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΩΡΕΣ
Βασικές αρχές λειτουργίας και χρήσης του υπολογιστή (Υλικό, Λογισμικό, Δίκτυα κ.α.)5
Χρήση λειτουργικού συστήματος Windows10
Βασική χρήση κειμενογράφου (MS Word)15
Βασικές λειτουργίες του διαδικτύου – Εγκατάσταση προγραμμάτων ασφαλείας5
Μηχανές Αναζήτησης – Υπηρεσίες προς τους πολίτες  & χρήση των υπηρεσιών – Κίνδυνοι στο διαδίκτυο Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο10
Επικοινωνία μέσω Skype5

1.6 Εναρκτήρια Συνάντηση

Στην πρώτη συνάντηση που είναι πολύ σημαντική για την επιτυχή έκβαση και αποτελεσματικότητα του προγράμματος, επιδιώκεται να οικοδομηθεί η εμπιστοσύνη προς τον εκπαιδευτή και να ξεκινήσει η συνεργασία των εκπαιδευόμενων μεταξύ τους και με τον εκπαιδευτή. Στοχεύει στο να παραμεληθούν οι φόβοι, οι ενοχές και να αμβλυνθούν οι τυχόν ανησυχίες που έχουν οι επιμορφούμενοι, κυρίως όσον αφορά το γνωστικό αντικείμενο και τις απαιτήσεις του προγράμματος, ώστε να αυξηθεί η ετοιμότητα τους και συνεπώς η ενεργητική συμμετοχή τους στην επιμορφωτική προσπάθεια που θα ακολουθήσει (Στεργίου, 2009).

Ο εκπαιδευτής δύναται να αφιερώσει μια διδακτική ώρα για την εναρκτήρια συνάντηση επειδή η διάρκεια του προγράμματος είναι μικρή (50 ώρες). Επίσης, θα πρέπει να λάβει υπόψη του ότι πρόκειται για αρχάριους επιμορφούμενους στην πληροφορική, άρα καλό θα είναι να αποφύγει να θίξει θέματα που τονίζουν το γνωστικό τους κενό στο αντικείμενο. Παράλληλα θα πρέπει να ανακαλύψει αν είναι εξοικειωμένοι με τις ενεργητικές-συμμετοχικές τεχνικές μάθησης (Βεργίδης & Καράλης, 2008) που έχει αποδειχθεί ότι δίνουν στους ενήλικες τη δυνατότητα να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους, το γνωστικό και ψυχοσυναισθηματικό υπόβαθρό τους, και συνάμα να συμβάλλουν στην δημιουργία θετικών στάσεων όσον αφορά τη μάθηση, την επικοινωνία και τη γενικότερη συμπεριφορά τους.

Η έγκαιρη προσέλευση του εκπαιδευτή είναι απαραίτητη (Πολέμη-Τοδούλου, 2005). Το πρώτο που οφείλει να κάνει είναι να έχει ελέγξει την καλή λειτουργία των υπολογιστών της αίθουσας, των συστημάτων θέρμανσης/κλιματισμού, του φωτισμού όπως και των εποπτικών μέσων (βιντεοπροβολέας, διαδραστικό σύστημα) ώστε να μην διαταράσσεται το μαθησιακό κλίμα. Η έγκαιρη προσέλευση του εκπαιδευτή αποδεικνύει την σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζει το πρόγραμμα αλλά και αποτελεί άτυπη προτροπή προς τους εκπαιδευόμενους για την δική τους έγκαιρη προσέλευση. Παράλληλα φανερώνει ένδειξη σεβασμού προς τους εκπαιδευόμενους που δεν αναγκάζονται να περιμένουν ένα άγνωστο πρόσωπο σε ένα άγνωστο χώρο. Επίσης, καθώς οι εκπαιδευόμενοι προσέρχονται μπορεί ο εκπαιδευτής να επιδιώξει μια αρχική άτυπη επικοινωνία μαζί τους που συμβάλλει στην διαμόρφωση θετικού επικοινωνιακού κλίματος και αποβολής της συναισθηματικής φόρτισης που τυχόν έχουν (Κόκκος, 1998).

Το επόμενο βήμα αποτελεί το καλωσόρισμα του εκπαιδευτή στο πρόγραμμα και σύντομη αυτοπαρουσίαση του, δίνοντας έμφαση στην επαγγελματική και εκπαιδευτική του εμπειρία στην εκπαίδευση αρχαρίων στις νέες τεχνολογίες. Ίσως αυτό ενδιαφέρει περισσότερο τους εκπαιδευόμενους παρά μια αναφορά στα ακαδημαϊκά του επιτεύγματα, που ενδέχεται να τους κάνουν να αισθανθούν μειονεκτικά. Επίσης, γίνεται προτροπή για χρήση του ενικού στην επικοινωνία, ώστε να δημιουργηθεί μια αρχική οικειότητα που συνεισφέρει στην αμεσότερη επικοινωνία και κατά συνέπεια συμβάλλει στην αποβολή των συμπτωμάτων άγχους που έχουν οι εκπαιδευόμενοι στην αρχή του προγράμματος. (Βεργίδης & Καράλης, 2008). Σε κάθε περίπτωση ο εκπαιδευτής πρέπει να είναι ο εαυτός του και όχι να έχει προσποιητή συμπεριφορά στοιχείο που αναγνωρίζεται από τους επιμορφούμενους και τους καθιστά επιφυλακτικούς απέναντί του και αποτελεί τροχοπέδη στην μετέπειτα συνεργασία τους.

Ακολουθεί η αλληλογνωριμία των εκπαιδευόμενων. Προτεινόμενη τεχνική είναι αυτή των «συνεντεύξεων», που βοηθούν στην ενεργοποίηση των συμμετεχόντων, στην ανάπτυξη υπεύθυνης στάσης, στην αποκάλυψη των εμπειριών και προσδοκιών τους από το πρόγραμμα και τον εκπαιδευτή αποφεύγοντας της τυπικές μονότονες αλληλοπαρουσιάσεις. Αυτό προωθεί την δημιουργία ομαδικής ταυτότητας των εκπαιδευομένων και προάγει το πνεύμα της συνεργατικότητας και την αίσθηση του «ανήκειν» στην εκπαιδευτική ομάδα.

Η τεχνική διαρκεί περίπου 35 λεπτά και περιλαμβάνει τα εξής στάδια (Α.Κόκκος 2005):

Οι εκπαιδευμένοι διαιρούνται σε δυάδες (κατά προτίμηση άγνωστοι μεταξύ τους, μια τεχνική είναι να τους μοιράσουμε χαρτάκια με σχήματα και όποιοι έχουν το ίδιο σχήμα φτιάχνουν δυάδα…).
Ο ένας παίρνει συνέντευξη από τον άλλο (περίπου για 5 λεπτά) και μετά αντίστροφα. Τα θέματα της συνέντευξης δύναται να ορίζονται από τον εκπαιδευτή και μπορεί να είναι τα ακόλουθα:
Ονοματεπώνυμο.
Σπουδές, ενδεχόμενη επαγγελματική απασχόληση, εμπειρίες που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το πρόγραμμα.
Λόγοι που παίρνει μέρος στο πρόγραμμα, ποιες προσδοκίες έχει, ποιες
ανησυχίες.

Τα προβλήματα, αντιξοότητες που πιστεύει ότι θα αντιμετωπίσει
Ενδιαφέροντα, ικανότητες, ιδιότητες.
Στη συνεχεία το ένα μέλος κάθε δυάδας παρουσιάζει το άλλο στην ολομέλεια
μέχρι αυτό να γίνει από όλα τα μέλη.

Ο εκπαιδευτής κατευθύνει τους συμμετέχοντες μέσα από την ανατροφοδότηση των ερωταπαντήσεων ώστε να επιτευχθεί στο μέγιστο βαθμό η ολοκληρωμένη παρουσίαση όλων των μελών, να αρχίσει η οικοδόμηση σχέσεων αλληλοεκτίμησης, ομαδικού πνεύματος, εμπιστοσύνης και συνεργασίας, αλλά και να συσχετιστούν οι ανάγκες και οι στόχοι της ομάδας με τους στόχους του προγράμματος. Επιπλέον, με τον τρόπο αυτό γίνεται προσπάθεια να διερευνηθούν τα πιθανά μαθησιακά εμπόδια (π.χ. λόγω υποχρεώσεων, εσωτερικά) των επιμορφούμενων με στόχο τον κατά το δυνατό περιορισμό τους (Στεργίου, 2009).

Έπειτα ο εκπαιδευτής διαμοιράζει το υλικό του προγράμματος και ακολουθεί γραπτή ενημέρωση (με χρήση βιντεοπροβολέα, εντύπων κ.α.) και διάλογος για όλες τις πτυχές του όπως: το περιεχόμενο, οι στόχοι, οι εκπαιδευτικές τεχνικές που θα εφαρμοστούν, οι τρόποι συνεργασίας εκπαιδευτή-εκπαιδευόμενων και εκπαιδευόμενων μεταξύ τους και η αξιολόγηση των αποκτηθέντων γνώσεων και ικανοτήτων μέσω της πιστοποίησης. Επίσης, πρέπει να συζητηθούν διαδικαστικά-οργανωτικά θέματα (λ.χ. ώρες διδασκαλίας, διαλλείματα, κάπνισμα κ.α.), ή όποια άλλα θέματα μπορεί να τεθούν από τους εκπαιδευόμενους και για τα οποία πρέπει να τους δοθεί χρόνος να τα συζητήσουν στην ολομέλεια με σκοπό να αρθούν οι επιφυλάξεις-ανησυχίες τους (Χασάπης, 2000). Με αυτόν τον τρόπο ο εκπαιδευτής δείχνει ότι συμμετέχει στους προβληματισμούς τους και συμμερίζεται τις ανησυχίες τους ως «ίσος». Επιπλέον, καλύπτει την ανάγκη των εκπαιδευόμενων να γνωρίσουν τα οφέλη από την συμμετοχή τους στο πρόγραμμα και την εφαρμογή όσων μάθουν στην αντιμετώπιση προβλημάτων στην καθημερινή τους ζωή και στο εργασιακό περιβάλλον (Καράλης, 2013).

Στο σημείο αυτό ο εκπαιδευτής οφείλει να εμψυχώσει τους εκπαιδευόμενους και να τονίσει ότι θα είναι πάντα διαθέσιμος να τους διευκολύνει να επιλύσουν οποιοδήποτε θέμα τους δυσκολεύει προσβλέποντας στην θετική υποκίνηση τους. Ο στόχος είναι να μην τον αντιμετωπίσουν ως πηγή γνώσεων και αυθεντία αλλά ως αρωγό και διευκολυντή στην προσπάθεια τους να αποκτήσουν τις γνώσεις και τις ικανότητες που χρειάζονται αλλά και να μεταβάλλουν τις στάσεις τους έναντι του γνωστικού αντικειμένου. Άλλωστε, οι προϋποθέσεις αποτελεσματικής μάθησης υπάρχουν μια και η εκπαιδευόμενοι παρακολουθούν εθελοντικά το συγκεκριμένο πρόγραμμα έχοντας όμως πιθανόν ο καθένας διαφορετικά κίνητρα και επιδιώξεις αλλά και portfolio εμπειριών (Κοντάκος & Γκόβαρης, 2006).

Από πλευράς εκπαιδευτικών στόχων είναι επιτακτικό να αποσαφηνιστούν από τον εκπαιδευτή και από τους εκπαιδευόμενους ώστε να είναι ρεαλιστικοί, και να ανταποκρίνονται στις πραγματικές τους ανάγκες, που σχετίζονται με την αδυναμία αποτελεσματικής χρήσης του Η/Υ στο επάγγελμα και στην καθημερινότητα τους. Έτσι, μέσα από συζήτηση και διάλογο ο εκπαιδευτής μπορεί να συνδιαμορφώσει αρκετά στοιχεία των εκπαιδευτικών ενοτήτων αλλά και να επαναδιατυπώσει τους στόχους τους, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στο τι θέλουν να μάθουν πραγματικά ενώ παράλληλα δίνει την αίσθηση της συμμετοχής τους στον σχεδιασμό και την οργάνωση του προγράμματος, πράγμα που συμβάλλει επίσης στην θετική τους ενίσχυση και στάση (Roggers, 1999).

Τέλος μπορεί να ζητήσει τη γνώμη τους για την γενική οργάνωση του προγράμματος και για ποιες απαιτήσεις έχει από τους εκπαιδευόμενους. Αυτοί με τη σειρά τους μπορούν να διατυπώσουν τις προσδοκίες τους από αυτόν ώστε να ολοκληρωθεί το ‘συμβόλαιο’ μάθησης (Βεργίδης & Καράλης, 2008) μεταξύ τους και να μην θεωρηθεί ότι δεν λαμβάνεται υπόψη η γνώμη τους για το πρόγραμμα, πράγμα που συνεπάγεται απογοήτευση και αρνητική στάση, συναισθήματα που δεν ανατρέπονται εύκολα στην πορεία ενώ μπορεί σε ακραίες περιπτώσεις να οδηγήσουν και σε εγκατάλειψη του προγράμματος.

Διαμόρφωση Διδακτικής Ενότητας

Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει την πέμπτη (5) ενότητα του προγράμματος διάρκειας δέκα (10) ωρών καθώς και την χρονική διάρκεια των επιμέρους ενοτήτων, τις εκπαιδευτικές τεχνικές όπως και τα εκπαιδευτικά μέσα που θα χρησιμοποιήσει ο εκπαιδευτής προς την επίτευξη των στόχων της ενότητας. Επίσης, έχει σχεδιαστεί μια επαναληπτική άσκηση αξιολόγησης σταθμισμένης δυσκολίας ώστε να υπάρξει δυνατότητα (αυτό)-αξιολόγησης και θετικής ανατροφοδότησης των εκπαιδευομένων με στόχο την βελτίωση της αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησης τους (Γιαννακοπούλου, 2003).

Α/ΑΘΕΜΑΤΑ(Υποενότητες)ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΚΑΘΕ ΘΕΜΑΤΟΣ(σε λεπτά)ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΘΕΜΑΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΜΕΣΑ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΘΕΜΑ
1.Τι πληροφορίες μπορούμε να βρούμε στο διαδίκτυο και πώς25Ερωτήσεις Απαντήσεις – ΣυζήτησηΠίνακας
2.Φυλλομετρητές Browsers20ΕπίδειξηΠροβολέας Η/Υ
3.Εγκατάσταση Browser30Επίδειξη– Πρακτική ΆσκησηΠροβολέας Η/Υ
4.Χρήση του Browser με παραδείγματα45Επίδειξη – Πρακτική ΆσκησηΠροβολέας Η/Υ Φύλλο Εργασίας
5.Κίνδυνοι Από την πλοήγηση Προσωπικά δεδομένα & πνευματικά δικαιώματα35Συζήτηση–Ερωτήσεις ΑπαντήσειςΠροβολέας Η/Υ –Διαφάνειες
6.Μηχανές Αναζήτησης (π.χ. google, yahoo κ.α.)45Επίδειξη – Πρακτική ΆσκησηΠίνακας, Η/Υ – Προβολέας, Φύλλο Εργασίας
7.Αναζήτηση Πληροφοριών με λέξεις κλειδιά45Επίδειξη – Πρακτική ΆσκησηΠίνακας, Η/Υ , Προβολέας,  Φύλλο Εργασίας
8.Σύνθετη Αναζήτηση45Επίδειξη – Πρακτική ΆσκησηΠροβολέας Η/Υ – Φύλλο Εργασίας
9.Κατέβασμα Αρχείων (Download)15Επίδειξη – Πρακτική ΆσκησηΠροβολέας Η/Υ – Φύλλο Εργασίας
10.Υπηρεσίες προς τους πολίτες45Επίδειξη – Ερωτήσεις ΑπαντήσειςΠίνακας Προβολέας Η/Υ
11.Σενάρια Χρήσης των υπηρεσιών15ΕπίδειξηΠροβολέας Η/Υ
12.Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο(E-mail) – On line Υπηρεσίες30ΕπίδειξηΠίνακας Προβολέας Η/Υ
13.Δημιουργία – Λειτουργία Λογαριασμού E-mail45Επίδειξη – Μελέτη ΠερίπτωσηςΠροβολέας Η/Υ – Πρακτική Άσκηση
14.Επαναληπτική Άσκηση Αξιολόγησης90Πρακτική Άσκηση- Προσομοίωση ΠιστοποίησηςΦύλλο Εργασίας
15.Επίλογος10ΕισήγησηΠίνακας

Εκπαίδευτικοί Στόχοι

Οι εκπαιδευτικοί στόχοι της ενότητας είναι (Κόκκος, 1998):

Σε Επίπεδο Γνώσεων

Να κατονομάζουν τα είδη πληροφοριών που υπάρχουν στο διαδίκτυο
Να κατονομάζουν τα προγράμματα των Φυλλομετρητών (Browser) και να περιγράφουν τουλάχιστον τρείς λειτουργίες τους
Να κατονομάζουν δυο τουλάχιστον μηχανές αναζήτησης
Να αναγνωρίζουν και να ερμηνεύουν τους κινδύνους που εγκυμονεί η πλοήγηση στο διαδίκτυο τόσο για τους ίδιους όσο και για την οικογένεια τους
Να προσδιορίζουν τις υπηρεσίες που προσφέρει το διαδίκτυο όσον αφορά την εξυπηρέτηση τους καθημερινά
Να κατανοούν την χρήση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και να κατονομάζουν τις υπηρεσίες που προσφέρει
Να κατανοούν την χρήση των Νέων Τεχνολογιών στην εργασία τους και στην καθημερινή διαβίωση τους.
Σε Επίπεδο Δεξιοτήτων-Ικανοτήτων

Να χρησιμοποιούν αποτελεσματικά τα προγράμματα Φυλλομετρητών (Browser) για την πρόσβαση σε ιστοσελίδες
Να χρησιμοποιούν τις τεχνικές για το κατέβασμα αρχείων στον υπολογιστή τους
Να «κατεβάζουν» και να εγκαθιστούν προγράμματα Browser στον υπολογιστή τους
Να είναι σε θέση να αναζητούν και να βρίσκουν ιστοσελίδες χρησιμοποιώντας μηχανές αναζήτησης με την βοήθεια κλειδιών και των λειτουργιών σύνθετης αναζήτησης
Να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες που προσφέρει το διαδίκτυο για την εξυπηρέτηση τους ως πολίτες
Να είναι ικανοί να χρησιμοποιούν αποτελεσματικά τα προγράμματα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας για την καθημερινή τους επικοινωνία
Να επιλύουν τα θέματα που θα τεθούν στην επαναληπτική πρακτική άσκηση προσομοίωσης πιστοποίησης στον προβλεπόμενο χρόνο εξέτασης.
Σε επίπεδο στάσεων

Να εκτιμούν θετικά τις υπηρεσίες που προσφέρονται κυρίως μέσω διαδικτύου, που οδηγούν στην ταχύτερη και αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση των πολιτών κατά τις συναλλαγές τους με Υπηρεσίες, Τραπεζικά Ιδρύματα κ.α.
Να προτιμούν και να αξιοποιούν τα εργαλεία διαδικτύου στο χώρο της εργασιακής τους απασχόλησης και γενικότερα στην καθημερινότητά τους ως εργαλείο μόρφωσης, επικοινωνίας, διασκέδασης κ.α.
Να ευαισθητοποιηθούν σε θέματα ασφάλειας δεδομένων, πνευματικών δικαιωμάτων, χρήσης προσωπικών δεδομένων στο διαδίκτυο ώστε να προστατεύονται αυτοί και η οικογένεια τους
Να αναπτύξουν θετική στάση στη χρήση μηχανών αναζήτησης για αναζήτηση και εύρεση ιστοσελίδων και πληροφοριών
Να αντιμετωπίζουν κριτικά την πληροφορία που παρουσιάζεται σε διάφορες ιστοσελίδες και να αξιολογούν το περιεχόμενο τους
Να αναπτύξουν θετική στάση και εμπειρίες απέναντι στον συμμετοχικό τρόπο μάθησης (πρακτική εφαρμογή , ενεργητική συμμετοχή)
Να τους ωθήσει σε συμμετοχή σε άλλα προγράμματα επιμόρφωσης στον ίδιο ή σε παρεμφερείς τομείς.
Προκειμένου να σχεδιαστεί η διδακτική ενότητα ελήφθησαν υπόψη όλες οι πληροφορίες που αφορούν τα χαρακτηριστικά της ομάδας στόχου των εκπαιδευομένων φύλο, ηλικία, επίπεδο εκπαίδευσης, η πιθανή επαγγελματική τους εμπειρία, τι άποψη έχουν για τις νέες τεχνολογίες. Αξιολογούνται επίσης ποικίλα δεδομένα που έχουν προκύψει από μελέτες που διεξήγαγαν διάφοροι φορείς, οι οποίοι έχουν ερευνήσει τις εκπαιδευτικές τους ανάγκες, σε σχέση με το τρίπτυχο γνώσεων-ικανοτήτων-στάσεων που θα πρέπει να επιτευχθούν στο συγκεκριμένο αντικείμενο εκπαίδευσης (Βεργίδης & Καράλης, 2008).

Το περιεχόμενο της ενότητας λοιπόν, έχει άμεση σχέση με τις ανάγκες και τις εμπειρίες των εκπαιδευομένων ενώ έχει ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι είναι αρχάριοι στην χρήση Η/Υ. Τα θέματα, τα παραδείγματα και τα προβλήματα που εξετάζονται συνδέονται στενά με πρακτικές καταστάσεις που αντιμετωπίζουν ή θα αντιμετωπίσουν και καλό είναι να αποτελούν προϊόν διαπραγμάτευσης μεταξύ των επιμορφούμενων και των συντελεστών του προγράμματος. (Βεργίδης & Καράλης, 2008, Κόκκος, 1998) Ο βαθμός εφικτότητας του παραπάνω εξαρτάται από το είδος του προγράμματος επιμόρφωσης (π.χ. επιδοτούμενο ή μη). Πρόσθετα να τονίσουμε, ότι η εμπειρία από την υλοποίηση παρομοίων προγραμμάτων στο παρελθόν αποτελεί πηγή γνώσεων στο σχεδιασμό μιας εκπαιδευτικής ενότητας ή ενός νέου προγράμματος αφού η μελέτη των σχετικών εκθέσεων αξιολόγησης μπορεί να συνεισφέρει ανατροφοδοτικά στον αρτιότερο σχεδιασμό του, πράγμα που συνεπάγεται μεγιστοποίηση των μαθησιακών οφελών για τους επιμορφούμενους και να μειωθούν τα λάθη του παρελθόντος.

Επίσης, οι στόχοι της ενότητας συμβάλλουν στο να αποκτήσουν οι επιμορφούμενοι πρόσθετα επαγγελματικά χαρακτηριστικά ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις τεχνολογικές εξελίξεις καθώς και στις σημερινές και μελλοντικές ανάγκες της σύγχρονης και τεχνολογικά εξαρτημένης αγοράς εργασίας και συνεπώς να έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν ενεργά στο κοινωνικό-πολιτικό, οικονομικό, και πολιτιστικό γίγνεσθαι (Courau, 2000). Η ανάγκη αυτή προκύπτει και από την αδυναμία του τυπικού εκπαιδευτικού συστήματος, που έχει «κλασικό» προσανατολισμό και δεν εφοδιάζει τους αποφοίτους με τις απαιτούμενες πλέον «ψηφιακές» γνώσεις.

Ένα πρόγραμμα κατάρτισης για να θεωρηθεί επιτυχημένο και να επιτύχει καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα θα πρέπει οι στόχοι του να είναι ξεκάθαροι, επιτεύξιμοι, αλλά και ελέγξιμοι και επιπρόσθετα πρέπει να είναι σύμφωνοι με το γενικότερο σκοπό και περιεχόμενο του προγράμματος που είναι η καταπολέμηση του «ψηφιακού αναλφαβητισμού». Οι παραπάνω προϋποθέσεις συμβάλλουν ώστε να είναι άμεσα αναγνωρίσιμη η χρησιμότητα του από τους επιμορφούμενους, οι οποίοι με τι σειρά τους νοιώθουν ότι θα ωφεληθούν από τη συμμετοχή τους σ’ αυτό και δε θα «χάσουν το χρόνο» τους, ενώ από την μεριά τους οι εκπαιδευτές βοηθούνται στην επιλογή των κατάλληλων εκπαιδευτικών τεχνικών και στην αξιολόγηση της προόδου των εκπαιδευομένων (Jarvis, 2004).

Στο σημείο αυτό να προσθέσουμε ότι με την ολοκλήρωση του προγράμματος οι εκπαιδευόμενοι συμμετέχουν σε εξετάσεις πιστοποίησης στα συγκεκριμένα θέματα που πραγματεύεται η διδακτική ενότητα, γεγονός που συνεπάγεται περιορισμό της ευελιξίας αναφορικά με το τι πρέπει και τι θέλουν να μάθουν οι εκπαιδευόμενοι. Εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια και την εμπειρία του εκπαιδευτή να τροποποιεί κάποιες παραμέτρους του προγράμματος (π.χ. τη διάρκεια μιας υποενότητας) σε συνεργασία με τους επιμορφούμενους, όποτε κριθεί απαραίτητο. Με τον τρόπο αυτό δίνεται η δυνατότητα σε όλους να εκπαιδευτούν και να μάθουν με το δικό τους ρυθμό, ικανοποιώντας έτσι καλύτερα τις εξατομικευμένες ανάγκες τους και αυξάνοντας τη διαθεσιμότητα και την εμπλοκή τους στο πρόγραμμα. Άλλωστε όπως αναφέρει ο Λιοναράκης (2005), η γνώση δεν μεταβιβάζεται αλλά αποτελεί προϊόν ανακάλυψης του εκπαιδευόμενου.

Μεγάλη σημασία τέλος, έχει δοθεί στις μεταβολές που οφείλει να προκαλέσει το πρόγραμμα όσο αφορά τις στάσεις των επιμορφούμενων έναντι του αντικειμένου εκπαίδευσης με σκοπό την περαιτέρω ενασχόληση τους μετά το τέλος του προγράμματος και την εφαρμογή τους στην καθημερινή πρακτική και στον επαγγελματικό τομέα, κατέχοντας τα μέσα και τις γνώσεις που απαιτούνται.

1.7 Εκπαιδευτικές Τεχνικές

Μια από τις προϋποθέσεις αποτελεσματικής μάθησης όπως αναφέρουν πολλοί ερευνητές (Rogers,1999), είναι ότι οι ενήλικες έχουν διαμορφωμένη προσωπικότητα και αρέσκονται στο να εμπλέκονται ενεργά στη διαμόρφωση των καταστάσεων που τους αφορούν, ενώ συνάμα κουβαλούν σημαντικό «φορτίο» εμπειριών και έχουν την τάση για αυτοκαθορισμό. Επομένως, ο έμπειρος εκπαιδευτής ενηλίκων οφείλει να επιλέγει με επιδεξιότητα τις κατάλληλες συμμετοχικές εκπαιδευτικές μεθόδους-τεχνικές που ευνοούν την αλληλεπίδραση, την ανταλλαγή εμπειριών και προάγουν την ευρετική–ανακαλυπτική πορεία προς τη γνώση (Brookfield,(1987, Κόκκος, 2006).

Σεβόμενοι τις παραπάνω παραδοχές αποφεύγουμε ή ελαχιστοποιούμε, ειδικά σε προγράμματα εκπαίδευσης στις Τ.Π.Ε, τη χρήση της εισήγησης, που μετατρέπει τους εκπαιδευόμενους σε παθητικούς θεατές στερώντας τους τη δυνατότητα δημιουργίας και έκφρασης. Οι τεχνικές επίδειξης (με χρήση βιντεοπροβολέα ώστε να προκαλείται το ενδιαφέρον των εκπαιδευομένων (μέσω της εικόνας και του ήχου)) αφορούν την απόκτηση τόσο γνώσεων όσο και δεξιοτήτων και είναι αναγκαίες σε προγράμματα εκπαίδευσης πληροφορικής, όπου ο εκπαιδευτής επιδεικνύει ο ίδιος στην πράξη μια διαδικασία ή μέθοδο, καθώς και ορθές, λανθασμένες πρακτικές. Η τεχνική της επίδειξης μπορεί να συνδυαστεί με παράλληλη εκτέλεση των ενεργειών που επιδεικνύονται από τους επιμορφούμενους στον δικό τους Η/Υ. Αυτό συνεισφέρει σε μια αρχική εξοικείωση με το αντικείμενο, κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον τους (δεν «ακούν-βλέπουν» μόνο), τους βοηθά να αποβάλλουν το άγχος του «αγνώστου», δίνοντάς τους αυτοπεποίθηση και πίστη ότι μπορούν να τα καταφέρουν. Ο διδάσκων πρέπει να μεριμνά ώστε ο ρυθμός επίδειξης να είναι τέτοιος ώστε να μπορούν όλοι να ολοκληρώσουν τα όσα επιδεικνύει με τον δικό τους ρυθμό αλλά και ανοχή σε πιθανά λάθη που θα κάνουν μια και τώρα εξοικειώνονται με το αντικείμενο.

Στο μαθησιακό στάδιο της πρώτης υποενότητας χρησιμοποιείται η τεχνική των Ερωτήσεων – Απαντήσεων (και συζήτησης) με επιδίωξη την παρακίνηση των εκπαιδευομένων για την κεντρική έννοια της ενότητας που είναι «Η αναζήτηση πληροφοριών στο διαδίκτυο». Για το λόγο αυτό επιδιώκεται ο προβληματισμός του ακροατηρίου και συνάμα ωθούνται εθελοντικά οι εκπαιδευόμενοι σε αυτενέργεια (Βεργίδης & Καράλης, 2008),. Η προσέγγιση του θέματος με ερωτήσεις (που μπορεί να τίθενται και εκατέρωθεν) προβληματίζει τους εκπαιδευόμενους, οι οποίοι επιστρατεύοντας τις εμπειρίες τους παραθέτουν τις ιδέες τους που αναγράφονται στον πίνακα χωρίς κριτική και υποδείξεις (Κόκκος, 2005). Η τεχνική αυτή βοηθάει τους εκπαιδευόμενους να νοιώσουν ότι τελικά τους είναι περισσότερο οικείο το συζητούμενο θέμα, πράγμα που ενθαρρύνει την περαιτέρω συμμετοχή τους. Οι πληροφορίες που αναγράφτηκαν στον πίνακα κατηγοριοποιούνται ώστε να αξιοποιηθούν και να συσχετιστούν με τους στόχους της ενότητας. Οι ερωτήσεις-απαντήσεις συμβάλλουν στον προβληματισμό, αναπτύσσουν την κριτική ικανότητα και συνεπώς προκαλούν την άμεση ενεργοποίηση-εμπλοκή των επιμορφούμενων, ενώ παράλληλα συνδράμουν στην υιοθέτηση θετικών στάσεων που επιδιώκεται να αποκτήσουν οι εκπαιδευόμενοι (Jarvis, 2004).

Στην συνέχεια, όπως φαίνεται και από τον ανωτέρω πίνακα οι εκπαιδευόμενοι επεξεργάζονται ατομικά το υλικό που τους δίνεται, οπότε κινητοποιούνται περαιτέρω αυτενεργώντας μέσω της πρακτικής άσκησης και αποκτώντας τις δεξιότητες που έχουν τεθεί ως στόχοι κατά το σχεδιασμό της διδακτικής ενότητας. Για την επιτυχημένη εκτέλεση της πρακτικής άσκησης απαιτείται έγγραφο καλοδιατυπωμένο υλικό με συγκεκριμένα και σαφή βήματα, που βοηθούν στην εμπέδωση των όρων και των τεχνικών τις οποίες επέδειξε στο προηγούμενο στάδιο ο εκπαιδευτής. Επίσης, καλό είναι να καθορίζονται τα χρονικά πλαίσια μέσα στα οποία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η άσκηση, σεβόμενοι πάντα το ρυθμό μάθησης των εκπαιδευομένων.

Ο εκπαιδευτής εποπτεύει το έργο τους ενώ δρα εμψυχωτικά-ενθαρρυντικά αποφεύγοντας την κριτική (Πολέμη-Τοδούλου, 2005). Το μειονέκτημα αυτών των μεθόδων είναι ότι δεν βοηθούν στην καλλιέργεια της επικοινωνίας, και των κοινωνικών σχέσεων μεταξύ των επιμορφούμενων, δεν συμβάλλουν στην «αναβάθμιση» του τρόπου σκέψης τους, αφού με μηχανιστικό τρόπο εκτελούνται συγκεκριμένες διαδικασίες, πράγμα που όμως οφείλεται στην υφή των προγραμμάτων εκπαίδευσης στην πληροφορική. Να προσθέσουμε ακόμη ότι για την αξιολόγηση της ενότητας χρησιμοποιείται πρακτική άσκηση σε αυστηρά καθορισμένο χρονικό πλαίσιο και με ερωτήσεις διαβαθμισμένης δυσκολίας που προσομοιώνουν τις συνθήκες των εξετάσεων πιστοποίησης με σκοπό να σταθμιστεί ο βαθμός κτίσης της «ύλης» από τον εκπαιδευτή αλλά και από τους εκπαιδευόμενους, που αυτοαξιολογούνται και αποκτούν ανάλογη εμπειρία σε θέματα εξετάσεων.

Ο εκπαιδευτής χρησιμοποιεί επίσης και την τεχνική της μελέτης περίπτωσης[1], που συμβάλλει στην κατανόηση και πρακτική εμπέδωση της υποενότητας εμπλέκοντας τους εκπαιδευομένους σε μια πραγματική κατάσταση (Βεργίδης-Καράλης, 2008) όπου μπορούν να στείλουν ένα ηλεκτρονικό μήνυμα π.χ. σε ένα φορέα της επιλογής τους ζητώντας πληροφορίες. Η τεχνική αυτή βοηθά των εκπαιδευόμενο ώστε να εκτιμήσει θετικά την υπηρεσία και τον ωθεί σε μετασχηματισμό στάσεων με απώτερο σκοπό την άμεση χρησιμοποίηση στην καθημερινότητα τους.

1.8 Κατακλείδα

Κλείνοντας να αναφέρουμε ότι κάθε εκπαιδευτικό πρόγραμμα που απευθύνεται σε ενήλικες οφείλει να οδηγεί στην ενθάρρυνση των επιμορφούμενων προς την συνέχιση της δομημένης μάθησης και μετά το πέρας του, όπως αναφέρει και ο Πλάτων στο “Λάχης 188 b”: “…εθέλοντα κατά το του Σόλωνος και αξιούντα μανθάνειν έωσπερ άν ζή, και μη οιόμενον αυτώ το γήρας νούν έχον προσιέναι“. Άρα το ρητό μας προτρέπει στην “δια βίου μάθηση”, δηλαδή να εκπαιδευόμαστε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας με στόχο την βελτίωση και αυτοπραγμάτωση μας.

Βιβλιογραφικές Πηγές

Βεργίδης Δ., Καράλης Α. (2008). «Εισαγωγή στην Εκπαίδευση Ενηλίκων». Εκπαιδευτικές Μέθοδοι-Ομάδα Εκπαιδευομένων. Τόμος Δ΄. Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.

Βεργίδης Δ., Καράλης Α. (2008). «Εισαγωγή στην Εκπαίδευση Ενηλίκων». Σχεδιασμός Οργάνωση και Αξιολόγηση Προγραμμάτων. Τόμος Γ΄. Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.

Brookfield, S. (1987). Developing Critical Thinkers: Challenging Adults to Explore Alternative Ways of Thinking and Acting. San Francisco: JosseyBass.

Γιανακοπούλου Ε., (2003).«Σχεδιασμός Διδακτικής Ενότητας». Κείμενο από το εκπαιδευτικό υλικό «Ανάπτυξη μεθοδολογίας και διδακτικού υλικού για την Εκπαίδευση των Εκπαιδευτών» του Εθνικού Προγράμματος Εκπαίδευσης Εκπαιδευτών.

Courau, S. (2000). Τα βασικά εργαλεία του εκπαιδευτή ενηλίκων. Αθήνα, Μεταίχμιο.

Καραλής, Θ. (2013). «Κίνητρα και εμπόδια για τη συμμετοχή των ενηλίκων στη Διά Βίου Εκπαίδευση». Αθήνα: ΙΝΕ ΓΣΕΕ & ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ

Κόκκος Α., Λιοναράκης, Α. (1998). «Ανοικτή και Εξ αποστάσεως Εκπαίδευση». Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

Κόκκος, Α. (1998). Αρχές Μάθησης Ενηλίκων. Στο Κόκκος Α. & Λιοναράκης Α. (Επιμ.), Ανοικτή και εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση: Σχέσεις διδασκόντων διδασκομένων Τόμος Β. (σσ. 19-49). Πάτρα:ΕΑΠ

Κόκκος, Α. (2005). Μεθοδολογία Εκπαίδευσης Ενηλίκων: Θεωρητικό Πλαίσιο και Προϋποθέσεις Μάθησης, Τόμος Α’. Πάτρα: ΕΑΠ.

Κόκκος, Α. (2006). Οι θεμελιωτές της εκπαίδευσης ενηλίκων. Αθήνα: Εκδόσεις ΜεταίχμιοΚοντάκος,Α., Γκόβαρης, Χρ. (2006) Θεωρίες και μοντέλα εκπαίδευσης ενηλίκων. Αθήνα: ΥΠ.ΕΠ.Θ.

Jarvis, P. (2004). Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση και Κατάρτιση: Θεωρία και Πράξη. (μτφρ. Αλεξάνδρα Μανιάτη). Αθήνα: Μεταίχμιο.

Πολέμη-Τοδούλου Μ.(2005). «Μεθοδολογία Εκπαίδευσης Ενηλίκων.» , Τόμος Γ: “Η Αξιοποίηση της Ομάδας στην Εκπαίδευση Ενηλίκων.” Πάτρα,Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

Rogers A., «Η Εκπαίδευση Ενηλίκων» (1999). Αθήνα : Μεταίχμιο

Στεργίου Ε.(2009). «Η εναρκτήρια συνάντηση στην εκπαίδευση ενηλίκων», Αθήνα: ΕΑΠ.

Χασάπης Δ., (2000). «Σχεδιασμός οργάνωση, εφαρμογή και αξιολόγηση προγραμμάτων Επαγγελματικής κατάρτισης». Αθήνα: Μεταίχμιο

[1] Στην υποενότητα E-mail – τεχνική εφαρμογής