ISSN:1792-2674
Σακελλαρίδης Αθανάσιος
Εκπαιδευτικός MSc, Διευθυντής 2ου Δημοτικού Σχολείου Χανίων
Δασκαλάκη Δήμητρα
Υποψήφια διδάκτωρ, Δασκάλα Παράλληλης στήριξης 2ου Δημοτικού Σχολείου Χανίων
Περίληψη
Αντικείμενο της παρούσας εισήγησης είναι η περιγραφή του φαινομένου των στερεοτύπων. Σκοπός της έρευνας είναι η ανάδειξη του εν λόγω φαινομένου ότι είναι εγγενές στις οργανωμένες κοινωνίες. Η ύπαρξή του οφείλεται και αποσκοπεί στην εξαγωγή γρήγορων συμπερασμάτων για τη ζωή των ανθρώπων και εμφανίζεται ιδίως για το επάγγελμα, το φύλο, την εθνικότητα, τη θρησκεία, τις σεξουαλικές προτιμήσεις και επιλογές, την εξωτερική εμφάνιση, το επίπεδο διαβίωσης, εκπαίδευσης κ.α. Οι αντιδράσεις στα στερεότυπα φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού λαμβάνουν πολλές μορφές, όπως διαχωρισμό, σεξιστικά σχόλια, εκφοβισμό ή ακόμη και σωματική βία. Καθώς η εκπαίδευση είναι ένα δοχείο ζύμωσης και διατήρησης τέτοιων στερεοτύπων, αυτά αντανακλώνται σε όλες τις πτυχές της, όπως στα σχολικά εγχειρίδια και τα επίσημα έγγραφα. Έτσι αναδεικνύεται η σημαντικότητα της αντιμετώπισης της εν λόγω κατάστασης από τους/τις εκπαιδευτικούς.
Λέξεις κλειδιά: Στερεότυπα φύλου, σχολικά βιβλία, επίσημα έγγραφα, σεξισμός, ρόλοι των φύλων.
- Εισαγωγή
Οι μαθητές και οι μαθήτριες από πολύ μικρή ηλικία, πριν ακόμα εισαχθούν στην εκπαίδευση λαμβάνουν ερεθίσματα από το οικογενειακό και κοινωνικό τους περιβάλλον. Οι σημαντικοί άλλοι της ζωής τους είναι οι πρώτοι τους δάσκαλοι και είναι λογικό μέσα από αυτούς να λαμβάνουν τις πρώτες γνώσεις τους για τη ζωή. Οι γνώσεις αυτές σε καμία περίπτωση δεν είναι απαλλαγμένες από τα στερεότυπα τα οποία με αυτόν τον τρόπο διαιωνίζονται. Ήδη, τα παιδιά από μικρή ηλικία, γνωρίζουν πως τα κορίτσια φορούν ροζ και τα αγόρια μπλε χρώμα, πως τα κορίτσια παίζουν με κούκλες και τα αγόρια με αυτοκινητάκια και πολλά αντίστοιχα παραδείγματα έμφυλων στερεοτύπων. Ενισχυτικά της διαδικασίας αυτής λειτουργούν τα παραμύθια, τα οποία βρίθουν έμφυλων ρόλων, σεξισμού και στερεοτύπων. Βαδίζοντας προς την ενήλικη ζωή τους, διδάσκονται σε ένα σχολείο, στο οποίο το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα επιβάλλει αυτά τα στερεότυπα. Τα σχολικά βιβλία αποτελούν πυρήνα των διακρίσεων και από αυτά επηρεάζονται όχι μόνο οι μαθητές και οι μαθήτριες αλλά και οι εκπαιδευτικοί. Σε αυτή την ερευνητική προσπάθεια γίνεται μια ενδεικτική καταγραφή αυτών των δεδομένων, ώστε αναγνωρίζοντάς τα οι εκπαιδευτικοί, να προσπαθήσουν και να τα αποφύγουν.
2. Κυρίως μέρος
2.1 Η έννοια του φύλου
Η έννοια του φύλου αναφέρεται στη διαφοροποίηση και κατηγοριοποίηση των ανθρώπων και των ζώων στηριζόμενη στα χαρακτηριστικά, τα οποία σχετίζονται με τα όργανα αναπαραγωγής και τη βιολογική διάκριση μεταξύ αρσενικού και θηλυκού (Αθανασιάδου, 2013). Από τη δυαδική αυτή κατηγοριοποίηση μπορεί να προκύψουν και περισσότερες μορφές και ταυτότητες φύλου, οι οποίες καθιστούν την έννοια διαφοροποιήσιμη και πολυποίκιλη, ανάλογα με το σε ποια πτυχή της προσωπικής και κοινωνικής ζωής αναφέρονται. Το φιλοσοφικό ερώτημα αν υπερισχύει η φύση -το φύλο δηλαδή- ή η ανατροφή αποτέλεσε ένα θέμα αφόρμησης για την πραγματοποίηση ερευνών ώστε να δοθεί μια σαφής και επιστημονικώς τεκμηριωμένη εννοιολόγηση του όρου φύλο (Αγκασένσκι,2000).
Το βιολογικό φύλο αρχικά ορίζεται από τα γενετικά, ανατομικά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά του ατόμου. Συγκεκριμένα, βασίζεται στα γενετικά χρωμοσώματα, τα οποία καθορίζουν κατά κύριο λόγο το βιολογικό φύλο του ατόμου ως ανδρικό ή γυναικείο. Παραδείγματα αυτών των χαρακτηριστικών είναι η ανάπτυξη των γεννητικών οργάνων και οι γονιδιακοί χαρακτήρες XX για γυναίκες, XY για άνδρες (Άρσελ, 2008).
Από την άλλη πλευρά, το κοινωνικό φύλο αναφέρεται στους πολιτισμικούς, κοινωνικούς και ψυχολογικούς παράγοντες, οι οποίοι συνδέονται με το πώς η κοινωνία κατανοεί και αποτυπώνει το φύλο. Το κοινωνικό φύλο αναφέρεται στον τρόπο που προσδιορίζονται οι ρόλοι, οι συμπεριφορές, οι προσδοκίες και οι κοινωνικές αναπαραστάσεις, οι οποίες συνδέονται με αυτό, όπως το ποιες μπορεί να είναι οι προσδοκίες για τον τρόπο φερσίματος, ομιλίας, ντυσίματος κλπ. ανάλογα με τις κοινωνικές παραδοχές του (Αγκασένσκι, 2000). Από αυτόν τον διαχωρισμό λοιπόν των φύλων έχουν προκύψει μεγάλες αδικίες, οι οποίες διαχρονικά συγκαταλέγονται στις μεγαλύτερες και σκληρότερες, μετατρέποντάς τες σε έμφυλα στερεότυπα, με μια προσπάθεια αντιμετώπισής τους μόνο τα τελευταία χρόνια, είτε με την θέσπιση νόμων, είτε με προσπάθεια ευαισθητοποίησης της κοινωνίας (Doyle, 1985).
2.2 Τα έμφυλα στερεότυπα
Σύμφωνα με τον ορισμό που έχει δώσει η EuropeanCommission (2010), τα έμφυλα στερεότυπα είναι κοινωνικής προέλευσης απλουστευμένες επιβλαβείς πεποιθήσεις, που αποδίδουν «υποτιθέμενα» φυσικά χαρακτηριστικά σε κάθε φύλο και χαρακτηρίζονται από επιμονή, υποκειμενικότητα και διαχρονικότητα καθώς μεταφέρονται από γενιά σε γενιά, «ορίζοντας» τι είναι ή δεν είναι «γυναικείο» ή «ανδρικό». Αφορούν σε χαρακτηριστικά της προσωπικότητας , της συμπεριφοράς, του επαγγέλματος ή των φυσικών χαρακτηριστικών του ατόμου.
Είναι σαφές πως η θεώρηση των ανθρώπων υπό το στενό και περιορισμένο πρίσμα των συγκεκριμένων διαφορετικών χαρακτηριστικών τους, ειδικά όταν υπάρχει η κατηγοριοποίησή τους σε συγκεκριμένες ομάδες, οδηγεί στον παραμερισμό των ιδιαίτερων ατομικών χαρακτηριστικών, αφού πλέον οι γυναίκες δεν νοούνται ως ξεχωριστές οντότητες με τις ιδιαιτερότητές τους, αλλά ως απρόσωπα όντα τα οποία δεν έχουν τα ίδια δικαιώματα, έχουν όμως σίγουρα πολλαπλάσιες υποχρεώσεις των ανδρών. Αυτή η έλλειψη σεβασμού προάγει και διαιωνίζει την εκδήλωση σεξιστικών συμπεριφορών οι οποίες βασίζονται ακριβώς σε αυτήν την ύπαρξη αυτών των στερεοτύπων (Lippa, 2003). Όταν δε αυτές οι συμπεριφορές αφορούν ευρύτερους τομείς της κοινωνίας όπως η εκπαίδευση ή η αγορά εργασίας, τότε η καταπολέμησή τους είναι επιτακτική και μεγίστης σημασίας γιατί εμφανίζεται ως πιθανό γεγονός, οι θύτες να καταφύγουν ακόμα και στη χρήση βίας (Δεληγιάννη-Κουϊμτζή, 1994). Όταν ένα άτομο γίνεται στόχος των απαξιωτικών αυτών συμπεριφορών, λανθασμένα πιθανώς να οδηγηθεί σε συμπεράσματα αυτομείωσης και αποθάρρυνσης.
Είναι γνωστό πως στα άτομα με μειωμένη αυτοπεποίθηση περιορίζονται εμφανώς τα ενδιαφέροντά τους για μάθηση και εξέλιξη, καθώς τα στερεοτυπικά χαρακτηριστικά εσωτερικεύονται και αφού αποτελέσουν πλέον μέρος της ταυτότητάς τους, μετατρέπονται εν τέλει σε συναισθήματα αβεβαιότητας και ανασφάλειας, ενισχύοντας το αίσθημα κατωτερότητάς τους (Ruble & Martin, 1998). Ενταγμένα σε έναν φαύλο κύκλο, τα συναισθήματα αυτά, χρησιμοποιούνται ως δικαιολογία στην οποία βασίζονται πρακτικές διαιώνισης των έμφυλων στερεοτύπων ώστε να διατηρηθούν αυτές τις ομάδες σε θέσεις κοινωνικής κατωτερότητας από τις ισχυρές ομάδες (Αθανασιάδου, Φίγγου, 2017).
Η έννοια του φύλου και των στερεοτύπων λοιπόν, εισάγονται στη ζωή των ανθρώπων από πολύ νωρίς, ήδη από τα νανουρίσματα, τα παιδικά τραγούδια, τα παραμύθια, την επιλογή του ροζ χρώματος για τα κορίτσια και του γαλάζιου για τα αγόρια, της επιλογής συγκεκριμένων λέξεων από τους γονείς, τους παππούδες, τους/τις νηπιαγωγούς ή τους δασκάλους και τις δασκάλες, στοχοποιώντας και αδικώντας συγκεκριμένες ομάδες, διατηρώντας τες εις αεί στα κατώτερα στρώματα της οικονομικής, πολιτικής, οικογενειακής και εν γένει κοινωνικής ζωής, δικαιολογώντας και εξυπηρετώντας τους εξουσιαστικούς και ηγεμονικούς σκοπούς του ισχυρού φύλου, το οποίο βασιζόμενο ξεκάθαρα στο φόβο, την αδικία και την ηττοπάθεια που έχει καλλιεργήσει, δράττει τους καρπούς που θερίζει από καταβολής κόσμου. Τα έμφυλα στερεότυπα διαιωνίζονται γιατί με αυτά το άτομο ή το κοινωνικό σύστημα μπορεί να δικαιολογεί τις συμπεριφορές που αφορούν τις σχέσεις εξουσίας των ανδρών και να διαμορφώνει την κρίση της κοινωνίας υποστηρίζοντας τις προκαταλήψεις κατά των γυναικών, με πλήρη γνώση πως είναι επιβλαβείς καθώς δεν επιτρέπουν την ελεύθερη έκφραση και δράση των ανθρώπων (Πολίτης, 2006).
Η αναπαραγωγή των στερεοτύπων μπορεί να είναι άμεση ή κεκαλυμμένη, με άμεσα αρνητικά σχόλια ή με φαινομενικά καλοπροαίρετα σχόλια, τα οποία όμως στην ουσία είναι αρνητικής οπτικής. Τα στερεότυπα αυτά αναπαράγονται από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, την οικογένεια, τις κοινωνικές ομάδες, το σχολείο αλλά και το γενικότερο εκπαιδευτικό σύστημα, με αποτέλεσμα να περιορίζονται οι ευκαιρίες για ίση ανάπτυξη των παιδιών ανεξαρτήτως του φύλου τους αλλά και των ενηλίκων που διαχωρίζονται εργασιακά και κοινωνικά βάσει του φύλου τους ή των σεξουαλικών τους προτιμήσεων. (EuropeanInstituteforGenderEquality).
Οι κοινωνικοπολιτικοί φορείς του αναπτυγμένου κόσμου προσπαθούν να κατοχυρώσουν την ισότητα των φύλων με νόμους και διατάξεις για την ευημερία των πολιτών τους. Η Ελλάδα, ούσα μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, οφείλει να ακολουθεί τη νομοθεσία της αλλά και την γενικότερη μεταστροφή και εξέλιξη της κοινωνίας και των απόψεων που αυτή φέρει, με σκοπό την όσο το δυνατόν καλύτερη διαβίωση των πολιτών της (Connel, 2006).
2.3 Η ελληνική νομοθεσία για την ισότητα των φύλων και την έμφυλη βία
Συγκεκριμένα στην ελληνική επικράτεια, με τον νόμο 4604/2019 που αφορά την προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, την πρόληψη και την καταπολέμηση της έμφυλης βίας, από τα συνολικά 30 άρθρα του, ορίζονται, ρυθμίζονται και κατοχυρώνονται τα εξής:
Στο άρθρο 4, ορίζεται η ουσιαστική Ισότητα ως εξής : η ισότητα των φύλων, μέσω της οποίας διευρύνεται και κατοχυρώνεται στην πράξη η τυπική νομική ισότητα και η προστατευτική και διορθωτική ή επανορθωτική διάσταση της ισότητας των φύλων ∙διασφαλίζονται ίσες ευκαιρίες σε κάθε έκφανση του ιδιωτικού και δημόσιου βίου, αίρονται οι διακρίσεις και ανισότητες πολλαπλών μορφών και βελτιώνονται ουσιαστικά οι συνθήκες διαβίωσης των γυναικών ή των πολιτών ανεξαρτήτως φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου.
Στο Άρθρο 6 γίνεται σαφής διαχωρισμός και ορισμός των ειδών των έμφυλων διακρίσεων: α) Άμεση διάκριση: κάθε πράξη ή παράλειψη που αποκλείει ή θέτει σε εμφανώς μειονεκτική θέση τα πρόσωπα λόγω φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, καθώς και κάθε εντολή, παρότρυνση ή συστηματική ενθάρρυνση προσώπων να προβαίνουν σε δυσμενή ή άνιση μεταχείριση άλλων λόγω φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου.
β) Έμμεση διάκριση: κάθε πράξη ή παράλειψη που θέτει σε μειονεκτική θέση τα πρόσωπα λόγω φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου,
δυνάμει μιας ουδέτερης εκ πρώτης όψης διάταξης, κριτηρίου ή πρακτικής, εκτός αν αυτή η διάταξη, το κριτήριο ή η πρακτική δικαιολογούνται αντικειμενικά από νόμιμο σκοπό και τα μέσα για την επίτευξη του εν λόγω σκοπού είναι πρόσφορα και αναγκαία.
Τέλος, ο νομοθέτης έχει φροντίσει να μεριμνήσει για την ισότητα των δύο φύλλων στο πιο σημαντικό περιβάλλον κοινωνικοποίησης ενός ατόμου, εκείνο του σχολείου.
Πιο συγκεκριμένα στο Άρθρο 17 του Νόμου 4604/2019 θεσμοθετούνται τα εξής:
1. Στο πλαίσιο του σκοπού της, η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση συμβάλλει στην προώθηση της ισότητας των φύλων. Η διάσταση του φύλου, με γνώμονα την ισότητα των φύλων, εντάσσεται στην εκπαιδευτική, εν γένει, διαδικασία και ιδίως: α) στο περιεχόμενο και στη γλώσσα των προγραμμάτων σπουδών, εγχειριδίων και κάθε άλλου είδους διδακτικού μέσου, β) στο περιεχόμενο των δράσεων επαγγελματικού προσανατολισμού με την ισότιμη ενθάρρυνση μη στερεοτυπικών επιλογών σταδιοδρομίας από τους εκπαιδευόμενους/τις εκπαιδευόμενες, γ) στον σχεδιασμό και στην υλοποίηση σχετικών προγραμμάτων ευαισθητοποίησης και επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, για την εξάλειψη κάθε είδους διάκρισης λόγω φύλου, ταυτότητας φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού.
2. Τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Ε.Ι.) μεριμνούν για την προώθηση της ισότητας των φύλων σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας και σε όλες τις διαδικασίες της ακαδημαϊκής ζωής, σύμφωνα με το άρθρο 33 του ν. 4589/2019 (Α΄ 13).
Από το περιεχόμενο του νόμου, γίνεται σαφές πως το κράτος προσπαθεί να μεριμνήσει σχετικώς με την αποφυγή των ανισοτήτων, οριοθετώντας τις σχολικές δραστηριότητες και επιτρέποντας την απρόσκοπτη εξέλιξη του ατόμου, ανεξαρτήτως φύλου ή σεξουαλικού προσανατολισμού (Κατράς, 2023)
2.4 Τα έμφυλα στερεότυπα στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα
Παρ’ όλο που οι Νόμοι του Κράτους απαγορεύουν ρητώς τις διακρίσεις φύλου σε κάθε μορφή και έκφραση στη σχολική ζωή, ο δρόμος για την πλήρη εξάλειψη των έμφυλων στερεοτύπων είναι μακρύς. Είναι σαφές πως το σχολείο δεν είναι ένας χώρος απαλλαγμένος από τα κοινωνικά στερεότυπα και τις έμφυλες ανισότητες. Έπειτα από χρόνια μελετών που αφορούν το παρόν αντικείμενο στην εκπαίδευση, έχει αποδειχτεί πως το σχολείο ως θεσμός έχει την τάση να καθρεφτίζει και να αναπαράγει τα έμφυλα στερεότυπα, την ανισότητα των φύλων και την αντρική ηγεμονία (Spender & Sarah, 1980· Delamont, 1990· Arnot & Macan Ghaill, 2006· Skelton &Francis στο Heynes, 2009).
Πιο συγκεκριμένα, θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως φυσική τη μεταφορά των στερεοτύπων στην εκπαιδευτική πράξη, καθώς σύμφωνα και με τη θεωρία του πολιτιστικού κεφαλαίου του Bourdieu μέσω της εκπαίδευσης αναπαράγονται και νομιμοποιούνται οι δομές και οι ιδέες του εκάστοτε κοινωνικού συστήματος. (Τσιράκης, 2021). Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν κατορθώσει να αποβάλλουν τις βασικές στερεοτυπικές αντιλήψεις τις οποίες έχουν επωμιστεί σε όλη την πορεία τους και συνήθως αυτές αφορούν και τη θέση του ανθρώπου στην κοινωνία με βάση το φύλο τους.
Σαφέστατα, στη σύγχρονη κοινωνία, η γυναίκα έχει κατακτήσει θέσεις που πριν κάποια χρόνια δεν θα μπορούσε να διανοηθεί. (Περράκη, 2007) Η πρόσβαση στην εκπαίδευση και την εργασία είναι πλέον, νομικά τουλάχιστον, ελεύθερη και δεν αποτελεί μοναδικό της σκοπό τη δημιουργία οικογένειας, ούτε η εκπαίδευσή της έχει στοχεύει στο πώς να γίνει καλύτερη σε αυτόν το ρόλο. Παρ’ όλα αυτά, οι παγιωμένες αντιλήψεις της κοινωνίας, δύσκολα απορρίπτονται και γι’ αυτό παραμένουν ακόμα και καθρεφτίζονται στις σχολικές τάξεις, είτε εμφανώς μέσω του επίσημου Αναλυτικού Προγράμματος είτε ανεπίσημα μέσω του κρυφού αναλυτικού προγράμματος (Περράκη, 2007).
Τα έμφυλα στερεότυπα μπορούν να εμφανιστούν στον χώρο της εκπαίδευσης με διάφορους τρόπους, και συχνά ενισχύουν τις έμφυλες ανισότητες και τους αποκλεισμούς. Οι διαφορές στην επιλογή μαθημάτων είναι το πιο συχνό παράδειγμα ανισότητας. Τα κορίτσια και τα αγόρια από τη νηπιακή ήδη ηλικία ενθαρρύνονται από τους/τις εκπαιδευτικούς αλλά και από το εκπαιδευτικό σύστημα να ακολουθήσουν διαφορετικές πορείες στην εκπαίδευση (Ruble, Martin, 1998). Καθώς τα αγόρια θεωρούνται πιο ικανά στα μαθηματικά, συνήθως ενθαρρύνονται να επιλέξουν μαθήματα που αφορούν τις επιστήμες, την τεχνολογία, την μηχανική και τα μαθηματικά (STEM), ενώ τα κορίτσια μπορεί να ενθαρρύνονται να επιλέξουν τις ανθρωπιστικές επιστήμες, όχι μόνο λόγω της φύσης των μαθημάτων αλλά και λόγω των «διευκολύνσεων» που προσφέρουν αυτά τα επαγγέλματα στην μελλοντική επιλογή τους να γίνουν μητέρες (Spender & Sarah, 1980). Οι διαφορές στις προσδοκίες των δασκάλων είναι ένα ακανθώδες ζήτημα το οποίο χρήζει μεταβολής. Οι εκπαιδευτικοί πολύ συχνά μπορεί να έχουν διαφορετικές προσδοκίες σχετικά με την μάθηση ή τις δραστηριότητες που ακολουθούν τα αγόρια και τα κορίτσια. Επί παραδείγματι, οι εκπαιδευτικοί μπορεί να προτρέπουν ή να αναμένουν από τα αγόρια να είναι πιο δραστήρια ενώ τα κορίτσια τα παροτρύνουν ή αναμένουν από αυτά να είναι πιο ήρεμα και συνεπή, υπενθυμίζοντάς τους το φύλο τους και το ρόλο τους και μάλιστα εν είδει παρατήρησης. (Τσιάμη, 2013)
Ειδικότερα, όσον αφορά την αυστηρότητα του/της δασκάλου/δασκάλας προς τα κορίτσια, φαίνεται να είναι αυστηρότεροι για μια αταξία αλλά και σαφώς απαιτητικότεροι στην εκτέλεση των καθηκόντων τους και των επιδόσεών τους. Γι΄ αυτούς τους λόγους, τα κορίτσια έχουν ως επίκτητη την δειλή και υπάκουη συμπεριφορά ώστε να γίνουν αποδεκτά. Αντιθέτως τα αγόρια είναι πιο εύκολα αποδεκτό να μην προσέχουν στο μάθημα, να δημιουργούν εντάσσεις, να βιαιοπραγούν και να μην είναι επιμελείς στις υποχρεώσεις τους. Επιπλέον είναι πιο εύκολο να κερδίσουν την επιβράβευση ακόμα και αν ο χρόνος απόκρισής τους είναι σαφώς μεγαλύτερος από των αγοριών (Raina, 2012). Επιπροσθέτως, ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο οι δάσκαλοι και οι δασκάλες αλληλεπιδρούν με τα αγόρια και τα κορίτσια στην τάξη, μπορεί να ενισχύσει τα έμφυλα στερεότυπα (Raina, 2012). Για παράδειγμα, οι δάσκαλοι μπορούν να δίνουν περισσότερο χρόνο ομιλίας στα αγόρια, να τους αναθέτουν συγκεκριμένες «ανδρικές» εργασίες όπως να βοηθήσουν στη μεταφορά βιβλίων ή θρανίων, ενώ στα κορίτσια να αναθέτουν «γυναικείες» δουλείες όπως να αντιγράφουν κείμενα λόγω καλύτερου γραφικού χαρακτήρα ή να τις επιβραβεύουν συνεχώς για τη «σωστή» συμπεριφορά τους (Παυλίδου, 2018).
Συμπληρωματικά, θα ήταν παράλειψη αν δεν αναφερόταν και το θέμα της σεξουαλικότητας, το οποίο παρ’ όλο που παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στον προσδιορισμό του φύλου του ατόμου στη σύγχρονη πραγματικότητα, αποσιωπάται επιμελώς και δεν δείχνει να υπάρχει προοπτική εκπαιδευτικής ενασχόλησης με το ζήτημα, από τον φόβο των αντιδράσεων της κοινωνίας και των γονιών ειδικότερα. Με αυτήν την τακτική όμως, η εκπαίδευση η οποία διατείνεται πως έχει ως βασική αρχή την αγάπη προς το άτομο και τον σεβασμό προς την διαφορετικότητα αυτοαναιρείται (Μαρωνίτη & Στάμου 2014). Ένα ακόμα ζήτημα που επηρεάζεται άμεσα από τα έμφυλα στερεότυπα και τη διαιώνισή τους, είναι οι ευκαιρίες που παρουσιάζονται για ηγετικές θέσεις στην τάξη, την αθλητική ομάδα ή τον μαθητικό σύλλογο, οι οποίες μπορεί να είναι περιορισμένες για τα κορίτσια, κάτι που μπορεί να επηρεάσει την αυτοεκτίμηση, την αυτοπεποίθησή τους ή ακόμα και τις επαγγελματικές τους προοπτικές. Η αρνητική επίπτωση αφορά είτε τα κορίτσια τα οποία θεωρούν πως δεν είναι ικανά να κατακτήσουν την ηγετική θέση που μπορεί να προκύψει, είτε τα αγόρια που πιθανότατα στο μέλλον θα θεωρούν τους εαυτούς τους καλύτερους από τις γυναίκες και πιο ικανούς για να επιλεγούν για τις θέσεις εξουσίας (Κατσαρού & Τσάφος, 2018). Αποδεικνύεται λοιπόν πως τα έμφυλα στερεότυπα μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την εκπαίδευση και την εμπειρία μάθησης των παιδιών, καθώς οι ανισότητες που προκύπτουν, δεν μπορούν να διασφαλίσουν -όπως θα έπρεπε- μια δίκαιη και ισότιμη εκπαίδευση για όλα τα παιδιά, ανεξαιρέτως φύλου.
2.5 Τα έμφυλα στερεότυπα στα σχολικά εγχειρίδια
Η διδασκαλία κατ’ αρχήν θα πρέπει να ενθαρρύνει την κριτική διερεύνηση των κοινωνικών ζητημάτων και την ικανότητα τα παιδιά να αποκτούν τη δυνατότητα αμφισβήτησης παραδοσιακών αντιλήψεων (Cummins, 2003). Ένα μελανό σημείο εκδήλωσης έμφυλων στερεοτύπων, καθώς αποτελεί μεγάλο μέρος του επίσημου αναλυτικού προγράμματος του σχολείου, είναι το εκπαιδευτικό υλικό μέσω του οποίου διδάσκονται καθημερινά οι μαθητές και οι μαθήτριες. Τα σχολικά εγχειρίδια που προσφέρονται από το κράτος -άρα έχουν την πλήρη αποδοχή του κοινωνικού και εκπαιδευτικού πλαισίου-, μπορεί να αναπαράγουν έμφυλα στερεότυπα, παρουσιάζοντας τους άνδρες ως πιο δυνατούς, ικανούς και ενεργούς και τις γυναίκες ως παθητικές και αδύναμες.
Καθώς το βιβλίο είναι αναμφισβήτητο και θεωρείται αυθεντία, είναι πολύ ισχυρή η επίδραση που ασκεί στα παιδιά και οι απόψεις που προβάλλονται μέσα σε αυτό θεωρούνται αλάθητες (Ασουμανάκη, 2020). Είναι σαφές λοιπόν πως όλων των ειδών τα στερεότυπα και δη εκείνα που αφορούν τις διακρίσεις των φύλων, έχουν αρνητικές επιπτώσεις στους μαθητές, τους εκπαιδευτικούς και το περιβάλλον της εκπαίδευσης γενικότερα. Ως αποτέλεσμα αυτού, οι μαθητές βρίσκονται υπό το βάρος της κοινωνικής πίεσης καθώς μπορεί η υποχρέωση να συμμορφωθούν με τα έμφυλα στερεότυπα και όχι η επιλογή τους, να τους προκαλέσει άγχος και ανασφάλεια (Γκασούκα, 2004). Επιπλέον, η ανισότητα στην αντιμετώπιση των μαθητών, όταν ορισμένοι εξ αυτών θεωρηθεί ότι δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των στερεοτύπων του φύλου τους, μπορεί να οδηγήσει στο να υποστούν διακρίσεις ή ακόμα και εκφοβισμό. Επίσης, δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις κατά τις οποίες οι μαθητές οι οποίοι περιορίζονται στο να ακολουθούν συγκεκριμένα ενδιαφέροντα και δραστηριότητες που αντιστοιχούν στα έμφυλα στερεότυπα, αντί να ανακαλύπτουν και να αναπτύσσουν το δυναμικό τους σε διάφορους τομείς, χάνουν σημαντικές ευκαιρίες κατά τις οποίες θα μπορούσαν να καλλιεργήσουν ικανότητες και ταλέντα (Αθανασιάδου, 2003).
Εξ όσων ειπώθηκαν καθίσταται σαφές πως τα έμφυλα στερεότυπα μπορούν να οδηγήσουν σε στρεβλώσεις στις σχέσεις μεταξύ των μαθητών, καθώς δημιουργούν προσδοκίες και περιορισμούς σχετικά με το πώς πρέπει να συμπεριφέρονται οι άνθρωποι. Οι προσδοκίες αυτές δεν είναι εύκολο ή αναγκαίο ή επιθυμητό από τα άτομα να πραγματοποιηθούν. Γι’ αυτό το λόγο είναι εξαιρετικά σημαντικό να προωθηθεί η ενημέρωση σχετικά με την ισότητα των φύλων και να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον στο σχολείο που να ενθαρρύνει την ποικιλομορφία και την ανεξαρτησία των μαθητών από τον σεξισμό και τα έμφυλα στερεότυπα (Πολίτης, 2006).
3. Συμπεράσματα
Η σπουδαιότητα του θέματος της παρουσίας του σεξισμού και των έμφυλων στερεοτύπων στη ζωή των ανθρώπων, από την νηπιακή ήδη και παιδική ηλικία, παρουσιάστηκε στο παρόν πόνημα με συγκεκριμένα παραδείγματα. Η ισότητα των δυο φύλων υποβαθμίζεται και καταστρατηγείται από το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα. Η ιδεολογία αυτή της ανισότητας των γυναικών έναντι των ανδρών αποδεικνύεται λανθασμένη και παρωχημένη και επιβάλλεται η άμεση αποβολή της από την εκπαιδευτική διαδικασία και εν γένει το εκπαιδευτικό σύστημα. Ο ρόλος των εκπαιδευτικών είναι εξαιρετικά σημαντικός στο να ενισχυθεί αυτή η προσπάθεια, δεν αρκεί όμως, καθώς η τεχνοκρατική φύση του Αναλυτικού Προγράμματος και η δυσκαμψία των θεσμών δυσχεραίνουν και καθυστερούν τις επιβεβλημένες αλλαγές. Είναι απαραίτητη λοιπόν η ενημέρωση όλων και ο βέλτιστος τρόπος υλοποίησής της είναι η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και των φορέων σχετικά με το φαινόμενο αυτό, όπως και με προτάσεις τρόπων αντιμετώπισή του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ελληνόγλωσση
Αγκασένσκι, Σ. (2000). Πολιτική των Φύλων, Αθήνα: Πόλις
Αθανασιάδου, Χ. (2003) . Ψυχολογικές Προσεγγίσεις: Η Διαφορετική Ανάπτυξη της Ταυτότητας του Φύλου» Στο Δεληγιάννη- Κουϊμτζή, Β. Φεμινιστικές Προσεγγίσεις στην Ψυχολογία. Σημειώσεις μαθήματος
Αθανασιάδου, Ε., Φίγγου, Ε. (2017), (Αυτο)Στερεοτυπικές Κατασκευές της Ελληνικότητας την Περίοδο της Κρίσης: Μια Λογοαναλυτική Προσέγγιση. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
Αθανασιάδου, Χ. (2003) . Ψυχολογικές Προσεγγίσεις: Η Διαφορετική Ανάπτυξη της Ταυτότητας του Φύλου» Στο Δεληγιάννη- Κουϊμτζή, Β. Φεμινιστικές Προσεγγίσεις στην Ψυχολογία. Σημειώσεις μαθήματος
Αρσέλ, Τ. Λ. (2008). Φύλο και Καλή Ανθρώπινη ζωή. Πρότυπα Φύλου Αρρενωπότητας και Θηλυκότητας: Μια Κοινωνική Κατασκευή. Στο Λ.Τ. Αρσέλ, Μ. Χαρίτου- Φατούρου, Αδαμάκη, Θ (επιμ.) Καταργώντας τα Εμπόδια. Αθήνα: Ελληνικά γράμματα
Ασουμανάκη, Φ.(2020). Η δραματική τέχνη στην εκπαίδευση ως μέσο για τη διαπραγμάτευση των έμφυλων στερεοτύπων σε νέες και νέους (Μεταπτυχιακή
διατριβή, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου).
Γκασούκα, Μ. (2004). Η διάσταση του φύλου στη σχέση οικογένειας και σχολείου», Συμβουλευτική γονέων. Αθήνα: Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Γκερμότση, Β. Μοσχοβάκου, Ν. Παπαγιαννοπούλου, Μ. Οδηγός για την Ένταξη της Διάστασης του Φύλου στις Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών. ΑΘΗΝΑ, Ίδρυμα Μποδοσάκη
Δεληγιάννη, Β. (1987). Τα στερεότυπα για τους ρόλους των δύο φύλων στα εγχειρίδια του Δημοτικού Σχολείου. Η γλώσσα μου. Θεσσαλονίκη: Μητροπολιτικό Κολλέγιο Θεσσαλονίκης/University of East London
Δουλκέρη, Τ. (1994). Παιδικά μέσα επικοινωνίας και σεξισμός, Αθήνα: Παπαζήση
Θάνος, Θ., Κογκίδου. Δ (2022). Φύλο και εκπαίδευση, Θεσσαλονίκη: ΤΖΟΛΑ
Κατράς. Ι., (2023) Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας. 4η έκδ., 2023, Αθήνα: ΣΑΚΚΟΥΛΑ
Κογκίδου, Δ (2020). Το σχολείο ως πολιτισμικό πλαίσιο κατασκευής έμφυλων ταυτοτήτων και ως ένα προνομιακό πεδίο για την άρση του σεξισμού. Προφορική εισήγηση.
Μαρωνίτη, Κ., Στάμου, Α.Γ. (2014). Κοινωνιογλωσσικές αναπαραστάσεις του φύλου σε κείμενα μαζικής κουλτούρας για παιδιά: Η περίπτωση των κινουμένων σχεδίων. Στο
Μιχαλακόπουλος, Ε. (2022). Φυσική Αγωγή και Έμφυλες Αντιλήψεις των εκπαιδευτικών Φυσικής Αγωγής. Μεταπτυχιακή εργασία: Ηράκλειο.
Παυλίδου, Θ. Σ. (2018). Γλώσσα – Γένος – Φύλο: Προβλήματα, Αναζητήσεις Και Ελληνική Γλώσσα. Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
Περράκη, Ε. (2007). Η εκπαιδευτική θεωρία του PauloFreire υπό το πρίσμα της φεμινιστικής παιδαγωγικής. Μεταπτυχιακή Εργασία, Διατμηματικό ΜΠΣ στην
Πολίτης, Φ. (2006). Οι Ανδρικές Ταυτότητες στο Σχολείο: Ετεροσεξουαλικότητα, Ομοφυλοφοβία και Μισογυνισμός. Αθήνα: Επίκεντρο.
Στάμου, Α.Γ. (2011). Η κριτική ανάλυση λόγου των περιβαλλοντικών κειμένων: Προς μια κριτική γλωσσική επίγνωση. 12 Κείμενα για τη Γλωσσολογία: Πρακτικά των Ετήσιων Συναντήσεων του Τομέα Γλωσσολογίας, Πήλιο: Κοντύλι.
Ταχιάτη Α.Α. (2017). Σεξουαλική Παρενόχληση στον εργασιακό χώρο, Πανεπιστήμιο Κρήτης: Μεταπτυχιακή εργασία
Τσιάκαλος, Γ.(2008). Η υπόσχεση της παιδαγωγικής, Αθήνα: Επίκεντρο
Τσιάμη, Δ. (2013). PauloFreire, Κριτική Παιδαγωγική & Έρευνα Δράσης: Κοινές προβληματικές και απόψεις. Πανεπιστήμιο Κρήτης: Μεταπτυχιακή εργασία
Τσιράκης, Τ. (2021). «Η θεωρία του πολιτισμικού κεφαλαίου του PierreBourdieu: Το εύρος και τα όριά της». Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Ξενόγλωσση
Connell, R. W. (2006). Το κοινωνικό φύλο. Ε. Κοτσιφού. Μεταφρ. Αθήνα: Επίκεντρο.
Doyle, A.J. (1985). SexandGender: TheHumanExperience.Dubuque, Iowa: Wm. C. Brown Publishers.
Glick, P., & Fiske, S. T. (1996). The Ambivalent Sexism Inventory: Differentiating hostile and benevolent sexism. Journal of Personality and Social Psychology
Hughes, M., Kroehler, C. J. & J. W. Vander Zanden. 20026. Sociology: the core. NewYork: McGraw-Hill
Lippa, R. (2003). Κοινωνική Ψυχολογία. (μτφρ. Μαύρος Κ.), Αθήνα: Εκδόσεις ΕΛΛΗΝ.
Martin, C. L. (1999). «A developmental perspective on gender effects and gender concepts».Στο W. B. Swann, J. H. Langlois, & L. A. Gilbert (Eds.), Sexism and Stereotypes in Modern Society Washington DC: APA Press, 45-74.
Raina, S. (2012). Gender Bias in Education. International journal of research pedagogy and technology in education and movement sciences.
Ruble, D. N., & Martin, C. L. (1998). Gender development. In W. Damon & N. Eisenberg (Ed.), Handbook of child psychology: Social, emotional, and personality development . John Wiley & Sons, Inc.
Spender, D. & Sarah, E. (1980). Learning to loose: sexism and education. UniversityofVirginia: Women’sPress.