ISSN:1792-2674
Γιώργος Μπαγάκης, Καθηγητής, Μονάδα Μεθοδολογίας, Πολιτικών και Πρακτικών Επιμόρφωσης, Τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου (Κόρινθος)
Περίληψη
Στην εισήγηση θα τεθούν ζητήματα που αφορούν τις πολιτικές, τη μεθοδολογία και τις πρακτικές της ελληνικής επιμόρφωσης. Αναφορικά με το επίπεδο της μεθοδολογίας επιμόρφωσης επισημαίνονται πολλές νέες μορφές επιμόρφωσης όπως αυτές που σχετίζονται με την επαγγελματική ανάπτυξη που βασίζεται στο σχολείο (school based), την εξ αποστάσεως επιμόρφωση, τα επιμορφωτικά δίκτυα κ.ά.. Σε επίπεδο πολιτικών επιμόρφωσης επισημαίνεται το έλλειμα επεξεργασίας για εθνική στρατηγική επιμόρφωσης παρά τα τεράστια κονδύλια που έχουν δοθεί κατά καιρούς για την επιμόρφωση από το ΕΣΠΑ. Επισημαίνονται επίσης δυσκολίες σε επίπεδο καταγραφής αναγκών, σχεδιασμού, παρακολούθησης και αξιολόγησης των επιμορφωτικών προγραμμάτων. Σε επίπεδο πρακτικών επιμόρφωσης υπάρχει ένας τεράστιος πλούτος καινοτόμων πρακτικών που χρήζουν ανίχνευσης, ανάδειξης, υποστήριξης και μοντελοποίησης για την καλύτερη αξιοποίησή τους. Τέλος, η αμφίδρομη επικοινωνία και η χρυσή τομή μεταξύ των από πάνω προς τα κάτω (top down) και από κάτω προς τα πάνω (bottom up) μορφών επαγγελματικής ανάπτυξης αποτελούν σημαντικό ζητούμενο.
Λέξεις κλειδιά: Επιμόρφωση, επαγγελματική ανάπτυξη, μεθοδολογία, πολιτικές, πρακτικές
Εισαγωγικά
Διαχρονικό αίτημα των εκπαιδευτικών η επιμόρφωση, τα τελευταία τρία χρόνια βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή. Στην εποχή της ελληνικής κρίσης και της παγκοσμιοποίησης, είναι ζητούμενο ένα σύγχρονο πλαίσιο επιμόρφωσης. Η θεωρία και η μεθοδολογία της επιμόρφωσης έχει εξελιχτεί. Απαιτείται επιμόρφωση με στόχο την επαγγελματική ανάπτυξη, κάτι που στην πράξη δεν αποτελεί πάντα τον κανόνα.
Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο να κατευθυνθούμε πέρα από τα όρια της ξεχασμένης σήμερα στη χώρα μας επιμόρφωσης. Χαρακτηριστικά παραδείγματα της αποτελούν τα εν υπνώσει Περιφερειακά Επιμορφωτικά Κέντρα (ΠΕΚ), καθώς και η ¨επιμόρφωση της επιβολής¨, όπως αυτή που υλοποιήθηκε για την αξιολόγηση των σχολικών συμβούλων, των οποίων η είσοδος στο χώρο επιμόρφωσης γινόταν σε κάποιες περιπτώσεις στην Αθήνα με τη συνοδεία ένοπλων αστυνομικών σε ταξί και λεωφορεία.
Υπάρχει λοιπόν κενό και ¨πάγωμα¨ σε επίπεδο κεντρικής εκπαιδευτικής πολιτικής σκηνής, αναφορικά με την επιμόρφωση στη χώρα μας. Επιπλέον, αυτή σημαδεύτηκε από τις πρόσφατες αρνητικές εκδοχές της υποχρεωτικής επιμόρφωσης που προαναφέρθηκαν για την αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης, το 2014. Στην εργασία θα τεθούν ζητήματα που αφορούν στη μεθοδολογία, στις πολιτικές και στις πρακτικές της ελληνικής επιμόρφωσης. Ζητούμενο είναι να διερευνηθούν τρόποι υπέρβασης της αρνητικής αυτής κατάστασης που ενδεχομένως είναι αξιοποιήσιμοι με το νέο πολιτικό σκηνικό και την κυβερνητική αλλαγή του 2015.
Έξι και πλέον μήνες, με τον νέο Υπουργό Παιδείας αναμένουμε διαφορετικές πολιτικές για την επιμόρφωση. Δεν είναι άραγε δυνατόν να υπάρξει εναλλακτική κατεύθυνση;
Το μεθοδολογικό τοπίο της επιμόρφωσης
Αναφορικά με το επίπεδο της μεθοδολογίας επιμόρφωσης, επισημαίνονται πολλές νέες μορφές, όπως είναι αυτές σχετικά με την επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού που βασίζεται στο σχολείο (school based), την εξ αποστάσεως επιμόρφωση, τα επιμορφωτικά δίκτυα κ.α. (Μπαγάκης, υπό έκδοση).
Πιο συγκεκριμένα θα επιμείνουμε σε δύο κύριες μεθοδολογικές επισημάνσεις για την επιμόρφωση: (Α). Στην επιμόρφωση που ανταποκρίνεται στις υπάρχουσες, πολλαπλές και διαφορετικές επιμορφωτικές ανάγκες των εκπαιδευτικών και (Β). Στην επιμόρφωση και την επαγγελματική ανάπτυξη που βασίζεται στο σχολείο.
Α. Επιμόρφωση που ανταποκρίνεται στις υπάρχουσες, πολλαπλές και διαφορετικές επιμορφωτικές ανάγκες των εκπαιδευτικών
Αναφορικά με την επιμόρφωση που ανταποκρίνεται στις υπάρχουσες, πολλαπλές και διαφορετικές επιμορφωτικές ανάγκες των εκπαιδευτικών, θα πρέπει να επισημανθεί ότι πρόκειται για «πεδίον δόξης λαμπρόν», λόγω και της σωρευμένης πείρας που υπάρχει από την υλοποίηση μεγάλου αριθμού μικρότερων ή μεγαλύτερων επιμορφωτικών προγραμμάτων στο πλαίσιο του Ε.Σ.Π.Α., στο πλαίσιο άλλων αμιγών ευρωπαϊκών επιμορφωτικών προγραμμάτων, καθώς και στο πλαίσιο διεθνών επιμορφωτικών προγραμμάτων στο διάστημα των τελευταίων δεκαετιών. Ειδικότερα μεγάλη συζήτηση θα πρέπει να γίνει τουλάχιστον ως προς τον τρόπο που πραγματοποιούνται τα ακόλουθα:
Η καταγραφή των επιμορφωτικών αναγκών. Πρόκειται για ένα χώρο μάλλον αχαρτογράφητο τα τελευταία χρόνια, τόσο σε επίπεδο κεντρικό/εθνικό όσο και σε άλλα επίπεδα, από το επίπεδο της περιφέρειας έως αυτό της σχολικής μονάδας. Επισημαίνονται πάντως μια σειρά ερευνών που είχαν εκπονηθεί από τον Οργανισμό Επιμόρφωσης των Εκπαιδευτικών (Ο.ΕΠ.ΕΚ.) στα μέσα της δεκαετίας του 2000 προς την κατεύθυνση αυτή.
Η επιλογή των επιμορφωτών. Πρόκειται για ένα ζήτημα που εμπεριέχει μεγάλες δυσκολίες, καθώς σε αυτό συχνά εμπλέκονται αμοιβές, προσωπικές ανελίξεις, συντεχνιακά συμφέροντα, τεχνικοί και θεσμικοί περιορισμοί. Πέρα από αυτό, κάποιες φορές η επιλογή των επιμορφωτών γίνεται ακόμα πιο δύσκολη από τη συχνή υπερεκτίμηση των ακαδημαϊκών κριτηρίων σε σύγκριση με την επιμορφωτική πείρα σε ένα συγκεκριμένο πεδίο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι σε αξιολογήσεις που έγιναν για την εισαγωγική επιμόρφωση των περιόδων 2009-2010 και 2010-2011 οι πανεπιστημιακοί, οι οποίοι συνήθως έχουν υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα, δεν αποτελούν την πρώτη προτίμηση επιμορφωτών από τούς επιμορφούμενους (Βεργίδης, Υφαντή, Ανάγνου, Βάθη, Βαλμάς, Βοζαΐτης, Μαρκοπούλου, Τζιντζίδης και Τουρκάκη).
Η εκπαίδευση των επιμορφωτών. Σε συνάφεια με το προηγούμενο στοιχείο, η εκπαίδευση των επιμορφωτών με την ανάπτυξη κατάλληλου συναφούς εκπαιδευτικού υλικού για τους επιμορφωτές καθώς και κατάλληλου επιμορφωτικού υλικού για τους επιμορφούμενους αποτελεί ένα άλλο κρίσιμο στοιχείο για την επιμόρφωση.
Ο σχεδιασμός, η υλοποίηση, ο συντονισμός και η αξιολόγηση του κάθε επιμορφωτικού προγράμματος. Αυτά τα στοιχεία ως γνωστόν αποτελούν τους βασικούς πυλώνες κάθε επιμορφωτικού προγράμματος και χρήζουν εκτεταμένης συζήτησης στις ελληνικές συνθήκες επιμόρφωσης.
Β. Η επιμόρφωση και η επαγγελματική ανάπτυξη που βασίζεται στο σχολείο
Σε πρόσφατο συνέδριο της Μονάδας Μεθοδολογίας, Πολιτικών και Πρακτικών Επιμόρφωσης του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με διεθνή συμμετοχή, τον Φεβρουάριο του 2015 στην Κόρινθο, με θέμα «Μεθοδολογία, πολιτικές, πρακτικές επιμόρφωσης και επαγγελματικής ανάπτυξης που βασίζεται στο σχολείο (school based)” αναδείχτηκε ένας πλούτος σχετικών προσεγγίσεων από πολλά και διαφορετικά μέρη της Ελλάδας, της Κύπρου και της Αγγλίας. Αφορούσαν προσπάθειες και πρωτοβουλίες από τα κάτω (bottom up) με επίκεντρο το σχολείο, ομάδες και συνεργασίες εκπαιδευτικών εντός ενός ή περισσοτέρων σχολείων ή και σε συνεργασία με άλλους φορείς (πανεπιστήμια κ.ά.).
Χαρακτηριστικές μεθοδολογίες στην κατεύθυνση αυτή ήταν οι μέντορες (mentoring and coaching), η αυτοαξιολόγηση σχολικής μονάδας, τα δίκτυα και συνεργασίες σχολείων. Επισημαίνεται ότι σε κάποιες από αυτές τις μεθοδολογίες υπήρξαν κεντρικές πολιτικές που συχνά-πυκνά εκφυλίστηκαν στη χώρα μας (δες π.χ. την περίπτωση της αυτοαξιολόγησης σχολικής μονάδας) (Μπαγάκης, υπό έκδοση). Επίσης κάποιες άλλες από αυτές τις μεθοδολογίες κόντεψαν να θεσμοθετηθούν με κεντρικές πολιτικές, κάτι που όμως τελικά δεν ολοκληρώθηκε και για το λόγο αυτό δεν έχουν αξιοποιηθεί επαρκώς, εκτός από ελάχιστες μεμονωμένες περιπτώσεις (δες π.χ. το mentoring and coaching) (Μπαγάκης, υπό έκδοση). Θα πρέπει ακόμα να αναφερθεί μια ποικιλία μορφών επιμορφωτικών δικτύων και επιμόρφωσης εξ αποστάσεως που παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, στη χώρα μας αλλά και διεθνώς (Χατζηπαναγιώτου, υπό έκδοση; Λιακοπούλου και Νταλούκας, 2015). Επισημαίνεται επιπρόσθετα η ύπαρξη και άλλων μεθοδολογικών προσεγγίσεων με εξαιρετικό ενδιαφέρον και αποτελεσματικότητα, που επίσης εφαρμόζονται μεμονωμένα αλλά δεν έχουν συζητηθεί ευρύτερα στη χώρα μας, όπως είναι π.χ. το portfolio επαγγελματικής ανάπτυξης του εκπαιδευτικού (Δεμερτζή, Βιτσάκη, Τσεμπερλίδου, 2015).
Το πολιτικό τοπίο της επιμόρφωσης
Σε επίπεδο πολιτικών επιμόρφωσης, επισημαίνεται η αδυναμία διαμόρφωσης μιας εθνικής στρατηγικής για την επιμόρφωση, παρά τα τεράστια κονδύλια που έχουν δοθεί κατά καιρούς από το Ε.Σ.Π.Α. (Μπαγάκης, 2015α). Επισημαίνεται επίσης έλλειμμα σε επίπεδο καταγραφής αναγκών, σχεδιασμού, παρακολούθησης και αξιολόγησης των επιμορφωτικών προγραμμάτων. Τα τελευταία συχνά εγκλωβίζονται στις γρήγορες και πιεστικές τεχνοκρατικές διαδικασίες που ενίοτε οδηγούν σε έναν αγώνα δρόμου για την υλοποίηση των δράσεων σε καθορισμένες από το Ε.Σ.Π.Α. προθεσμίες, εξ αιτίας κακού σχεδιασμού ή μη τήρησης των χρονοδιαγραμμάτων.
Στο πλαίσιο αυτό, υπενθυμίζεται η δημιουργία του Οργανισμού Επιμόρφωσης Εκπαιδευτικών (Ο.ΕΠ.ΕΚ.) το 2003, με κατεύθυνση της Ε.Ε., έχοντας ως βασικό στόχο τον συντονισμό των επιμορφωτικών προγραμμάτων και την χάραξη εθνικής επιμορφωτικής στρατηγικής. Αυτό δεν επιτεύχθηκε, είτε λόγω της υποστελέχωσής του, είτε λόγω ακατάλληλων ατόμων στη διοίκησή του, είτε λόγω ανταγωνισμών με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, είτε λόγω της συγχώνευσης του στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) τον Φεβρουάριο του 2012, σε μια περίοδο που ο Ο.ΕΠ.ΕΚ. είχε αρχίσει να παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση εθνικής πολιτικής για την επιμόρφωση. Περίπου τέσσερα χρόνια μετά, βρισκόμαστε σε μια σχεδόν νεκρή περίοδο ως προς τη χάραξη εθνικής στρατηγικής επιμόρφωσης από το Ι.Ε.Π., το οποίο είναι πλέον ο μόνος θεσμικά αρμόδιος οργανισμός για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.
Παρόλα αυτά, θα πρέπει ενδεχομένως να επισημανθεί ότι το Ι.Ε.Π. ως μοναδικός ενιαίος φορέας επιμόρφωσης, παρά τις δυσκολίες στη λήψη των αποφάσεων που αυτό συνεπάγεται σε σχέση με μικρότερους και πιο ευέλικτους οργανισμούς όπως ήταν ο Ο.ΕΠ.ΕΚ. μέχρι το 2012, έχει ευκολότερα τη δυνατότητα να σχεδιάσει και ενδεχομένως να υλοποιήσει μια συνολική εθνική στρατηγική για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών (Μπαγάκης,2015). Ακολουθεί η σύντομη περιγραφή ενός σχεδιασμού προς την κατεύθυνση αυτή, η οποία ξεκίνησε από τον Ο.ΕΠ.ΕΚ. οκτώ μήνες πριν την διαπιστωτική πράξη κατάργησής και την τελική συγχώνευση του στο Ι.Ε.Π., περίοδος κατά την οποία είχε οριστεί χωρίς να έχει ενεργοποιηθεί πλήρως το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο του Ι.Ε.Π. Δύο μήνες μετά την έναρξη λειτουργίας του Ι.Ε.Π, η πρόταση αυτή είχε γίνει εγκεκριμένο τεχνικό δελτίο, το οποίο όμως δεν υλοποιήθηκε λόγω των πολιτικών αλλαγών που συνέβησαν το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Για την ολοκλήρωση της πρόταση αυτής πραγματοποιήθηκαν δεκάδες πολύωρες συναντήσεις, πολυπληθούς επιστημονικής και τεχνικής ομάδας με γενικό συντονιστή και με επιμέρους συντονιστές με κατανεμημένες και στοχευμένες αρμοδιότητες, σε έξι επιμέρους προγράμματα. Η πρόταση ήταν προσαρμοσμένη επιστημονικά και τεχνικά σε μια ενιαία εθνική πολιτική επιμόρφωσης εκπαιδευτικών, συνθέτοντας στον ενιαίο πλέον φορέα επιμόρφωσης, το Ι.Ε.Π., το σύνολο των προγραμμάτων επιμόρφωσης των τριών φορέων επιμόρφωσης που μόλις είχαν συγχωνευθεί τότε στο Ι.Ε.Π, με την προσθήκη τεσσάρων νεότερων προγραμμάτων. Σε αυτή τη βασική επιμορφωτική πολιτική του Υπουργείου Παιδείας υπήρχαν κοινά στοιχεία στην εκπαίδευση των επιμορφωτών, στη δυνατότητα πιστοποίησης, στην παρακολούθηση (monitoring), στη μεθοδολογία επιμόρφωσης. Στον ακόλουθο πίνακα υπάρχει μια συνοπτική περιγραφή αυτού του προγράμματος «ομπρέλα», όπως το αποκαλούσε τότε ο αείμνηστος πρώτος πρόεδρος του Ι.Ε.Π., ο Αλέξης Δημαράς (Μπαγάκης, 2015α).
Κλείνοντας τη συζήτηση για την εθνική πολιτική επιμόρφωσης, θα πρέπει να τονιστεί ότι σήμερα, σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης και με το υπάρχον κενό στην επιμόρφωση, είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίος ο σχεδιασμός και η υλοποίηση μιας εθνικής πολιτικής για την επιμόρφωση. Πιο συγκεκριμένα, είναι αναγκαία μια εθνική στρατηγική για την επιμόρφωση με σχεδιασμό, στόχευση, προτεραιότητες, συντονισμό. Θα πρέπει να δημιουργεί ένα αποτελεσματικό πλαίσιο προτεραιοτήτων όσον αφορά τις πολιτικές, τις μεθοδολογίες, τις πρακτικές, που θα τις ενισχύει και θα τις μοντελοποιεί. Στο πλαίσιο, αυτό η χρυσή τομή και η αμφίδρομη επικοινωνία των από πάνω προς τα κάτω (top down) και από τα κάτω προς τα πάνω (bottom up) πολιτικών επιμόρφωσης είναι ένα μεγάλο ζητούμενο.
Το τοπίο των πρακτικών επιμόρφωσης
Τέλος, σε επίπεδο πρακτικών επιμόρφωσης, υπάρχει ένας τεράστιος πλούτος καινοτόμων πρακτικών που χρησιμοποιούνται και χρήζουν μεγαλύτερης ανίχνευσης, ανάδειξης, υποστήριξης και μοντελοποίησης για την καλύτερη αξιοποίησή τους σε μεγαλύτερη κλίμακα.
Δυναμικές και προοπτικές επιμόρφωσης
Μια γενικότερη διαπίστωση από όσα προαναφέρθηκαν είναι ότι συζητείται και εμπλουτίζεται η θεωρία, η μεθοδολογία, οι πολιτικές και οι πρακτικές επιμόρφωσης. Αυτό αποτελεί αξιοποιήσιμο στοιχείο για τους εκπαιδευτικούς, τα σχολεία, τις ενώσεις των εκπαιδευτικών, το Υπουργείο Παιδείας της Ελλάδας κ.ά. που θα πρέπει να αξιοποιούν τόσο τις από τα πάνω προς τα κάτω (top down) όσο και τις από τα κάτω προς τα πάνω (bottom up) μορφές επαγγελματικής ανάπτυξης.
Αυτό που σίγουρα δεν θα πρέπει να επαναληφθεί είναι να λειτουργήσουν ξανά τα στενά κομματικά επιτελεία ημετέρων. Μικρή σημασία έχει αν λέγονται «οι δημοκρατικοί», «τα δικά μας παιδιά», «οι αριστεροί». Η εκπαιδευτική κοινότητα έχει ένα μεγάλο πλούτο αξιοποιήσιμων εκπαιδευτικών και στελεχών, ανεξάρτητα από όποιες κομματικές επιλογές
Θέλω να ελπίζω ότι «τα επείγοντα» και «οι ολίγοι» που παίρνουν όλες τις αποφάσεις στα γρήγορα θα πρέπει να τελειώσουν σύντομα, όπως άλλωστε διακηρύσσεται σήμερα και επίσημα από την υπάρχουσα πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας.
Εύχομαι να ακολουθήσει το «άρωμα» ενός ουσιαστικού διαλόγου μέσα από στοχευμένες ομάδες εργασίας, με μέλη από την ευρύτερη εκπαιδευτική κοινότητα και όχι μόνο από κομματικά επιτελεία, τόσο σε κρατικό επίπεδο (Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής με την ηγεσία που θα οριστεί από τη νέα κυβέρνηση) όσο και σε επίπεδο περιφέρειας, διευθύνσεων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κτλ.
Σημαντικό ρόλο μπορούν να παίξουν στην ίδια κατεύθυνση, σε κεντρικό ή και αποκεντρωμένο επίπεδο, οι επιστημονικές και συνδικαλιστικές ενώσεις των εκπαιδευτικών, καθώς και άλλες πρωτοβουλίες, δίκτυα εκπαιδευτικών όπως το πρόσφατο «1ο Περιφερειακό-Πανελλήνιο Συνέδριο για τη Δια Βίου Μάθηση-Εκπαίδευση Ενηλίκων, την Κοινοτική Ενδυνάμωση και την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών» από το Επιστημονικό Δίκτυο Εκπαίδευσης Ενηλίκων Κρήτης (ΕΔΕΕΚ) τον Ιούνιο του 2015 στα Χανιά.
Απαιτείται ένα πλαίσιο με ευρύτητα χωρίς εύκολες απλουστεύσεις ή γενικεύσεις για τους εκπαιδευτικούς, τους σχολικούς συμβούλους, τους πανεπιστημιακούς. Δεν είναι όλα «άσπρο μαύρο» αλλά μέσα σε κάθε μια από αυτές τις κατηγορίες ασχολούμενων με την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών υπάρχει μια μεγάλη γκάμα ατόμων, ομάδων, συμφερόντων, θετικών και αρνητικών στοιχείων που διαμορφώνουν το επιμορφωτικό πεδίο.
Είναι αναγκαίος ένας ειλικρινής διάλογος χωρίς ωραιοποιήσεις, αλλά και η μελέτη τόσο των θετικών όσο και των αρνητικών στοιχείων της επιμόρφωσης. Αν όμως κάθε ένας από εμάς έρχεται για να «πουλήσει τη μοναδική του για την υφήλιο πραμάτεια», τότε τίποτα ουσιαστικό δεν είναι δυνατόν να παραχθεί. Απαιτείται λοιπόν μακρόχρονη συστηματική δουλειά χωρίς λαϊκισμούς, με αντικειμενική θεώρηση της υπάρχουσας κατάστασης. Αυτά αποτελούν αξιοποιήσιμα στοιχεία, που μπορούν ενδεχομένως να πυροδοτήσουν την ελπίδα και να δώσουν κάποια προοπτική, μέσα από τα «αποκαΐδια» της σημερινής ελληνικής κρίσης και το κενό στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.
Βιβλιογραφία
Βεργίδης, Δ., Υφαντή, Α. Ανάγνου, Β., Βάθη, Π, Βαλμάς, Θ., Βοζαΐτης, Γ. Μαρκοπούλου, Μ, Τζιντζίδης, Α., Τουρκακη, Δ. (2011) Οι επιμορφωτικές πρακτικές στην εισαγωγική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Στο Μπαγάκης, Γ. (επιμ.) Εισαγωγική επιμόρφωση: Ανάδειξη καλών πρακτικών, διερεύνηση προβλημάτων και ανίχνευση προοπτικής. Αθήνα: Ο.ΕΠ.ΕΚ.
Δεμερτζή, Β., Βιτσάκη, Ζ., Τσεμπερλίδου, Μ. (2015) Το πορτφόλιο εκπαιδευτικού ως μέσο επαγγελματικής του ανάπτυξης στο πλαίσιο του Προγράμματος «Intetrnational Teacher Leadership». Στο Μπαγάκης, Γ. και Σκιά, Κ. (επιμ.) Διερεύνηση των δυνατοτήτων επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών σήμερα στη χώρα μας. Αθήνα: Γρηγόρης.
Μπαγάκης, Γ. (2015) Κριτική θεώρηση για τη συγχώνευση και το βηματισμό του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.). Αθήνα: Γρηγόρης.
Μπαγάκης (2015α) Προς αναζήτηση εθνικής στρατηγικής για πολιτικές επιμόρφωσης. Στο Μπαγάκης, Γ. και Σκιά, Κ. (επιμ.) Διερεύνηση των δυνατοτήτων επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών σήμερα στη χώρα μας. Αθήνα: Γρηγόρης.
Μπαγάκης, Γ. και Σκιά, Κ. (επιμ.) (2015) Διερεύνηση των δυνατοτήτων επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών σήμερα στη χώρα μας. Αθήνα: Γρηγόρης.
Μπαγάκης, Γ. (επιμ.) (υπό έκδοση) Μεθοδολογία, πολιτικές, πρακτικές επιμόρφωσης και επαγγελματικής ανάπτυξης του εκπαιδευτικού που βασίζονται στο σχολείο (school based). Αθήνα: Γρηγόρης.
Λιακοπούλου, Ε. και Νταλούκας, Β. (2015) Άτυπο δίκτυο επιμόρφωσης για την αξιοποίηση εργαλείων των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών στη διδασκαλία. Στο Μπαγάκης, Γ. και Σκιά, Κ. (επιμ.) Διερεύνηση των δυνατοτήτων επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών σήμερα στη χώρα μας. Αθήνα: Γρηγόρης.
Χατζηπαναγιώτου, Π. (υπό έκδοση) Η επιτυχής δικτύωση εκπαιδευτικών ως μηχανισμός υποστήριξης της συνεχιζόμενης επαγγελματικής τους ανάπτυξης και της σχολικής βελτίωσης. Στο Μπαγάκης, Γ. (επιμ.) Μεθοδολογία, πολιτικές, πρακτικές επιμόρφωσης και επαγγελματικής ανάπτυξης του εκπαιδευτικού που βασίζονται στο σχολείο (school based). Αθήνα: Γρηγόρης.